mime 2056078 640

H χρονική και χωρική υπέρβαση της συμβατικά συμφωνηθείσας εκμετάλλευσης ερμηνειών συνιστά προσβολή συγγενικού δικαιώματος (αδικοπραξία)

 

Τριμελές Εφετείο Αθηνών 761/2016

 

Τα συγγενικά δικαιώματα προστατεύουν εργασίες οι οποίες σχετίζονται ή ομοιάζουν με την πνευματική ιδιοκτησία χωρίς, όμως, να παρουσιάζουν τα στοιχεία της πνευματικής δημιουργίας, αλλά οι οποίες συμβάλλουν καθοριστικά γενικά στη διάδοση προστατευόμενων έργων

Η προστασία που προβλέπεται για τους ερμηνευτές καλλιτέχνες είναι αυτοτελής και διακεκριμένη έναντι της προστασίας που προβλέπεται για το δημιουργό ενός έργου από πνευματική ιδιοκτησία

Η απαρίθμηση των εξουσιών του ηθικού δικαιώματος των ερμηνευτών στο νόμο είναι αποκλειστική και όχι ενδεικτική

Tο πλέγμα αστικών κυρώσεων του Ν. 2121/1993 ισχύει ενιαία σε προσβολές πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων

Υφίσταται ένα οιονεί μαχητό τεκμήριο ότι κάθε πράξη προσβολής που γίνεται χωρίς τη συναίνεση ή άδεια του δικαιούχου είναι παράνομη

 

Λέξεις-κλειδιά: Συγγενικά Δικαιώματα, ερμηνευτές, ηθοποιοί, διαφημιστικές ταινίες-spots, εκμετάλλευση ερμηνείας, συμβατικοί περιορισμοί, παράνομη προσβολή, αποζημίωση, ηθική βλάβη.

 

Κρίσιμες διατάξεις: Ν. 2121/1993, άρ. 46, 50, 65

 

 

Το ιστορικό:

 

Μία εταιρεία εμφιάλωσης και εμπορίας μπύρας ανέθεσε σε διαφημιστική εταιρεία κατά το έτος 1998 τη δημιουργία σειράς τηλεοπτικών διαφημιστικών spots, στην οποία συμμετείχαν τρεις ηθοποιοί. Στο πλαίσιο της ως άνω συνεργασίας δημιουργήθηκαν δεκαπέντε (15) διαφημιστικά spots, μεταξύ των οποίων ένα με θέμα «τρία επί τρία», στην οποία οι ηθοποιοί, εμφανίζονται ως τρεις φίλοι που παραγγέλνουν ταυτοχρόνως τρεις μπύρες.

 

Η συμφωνία μεταξύ της διαφημιστικής εταιρείας και των ηθοποιών, όπως τροποποιήθηκε στην πορεία, προέβλεπε ορισμένη διάρκεια συνεργασίας και προβολής των διαφημιστικών spots και συνοδευόταν από ισόχρονη «μεταβίβαση» των σχετικών συγγενικών δικαιωμάτων για εκμετάλλευση των ερμηνειών.

 

Oι ηθοποιοί αντελήφθησαν τυχαία ότι μετά τη λήξη των επιδίκων συμβάσεων το ως άνω διαφημιστικό spot προβαλλόταν, χωρίς την άδειά τους, μεταγλωττισμένο στην αλβανική γλώσσα από διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς στην Αλβανία.

 

Κατόπιν τούτου, οι ηθοποιοί διαμαρτυρήθηκαν εξωδίκως για την ως άνω χωρίς άδεια προβολή του διαφημιστικού spot, η δε εμφιαλώτρια και διαφημιστική εταιρεία αντίστοιχα αρνήθηκαν οποιαδήποτε συμμετοχή τους στην παράνομη προβολή της διαφημιστικής ταινίας στην Αλβανία.

 

Μη πειθόμενοι από την ως άνω δήλωση, οι ηθοποιοί στράφηκαν δικαστικά εναντίον των δύο εταιρειών. Η υπόθεση έφτασε μέχρι τον Άρειο Πάγο. Το Eφετείο, επανεκδικάζοντας την υπόθεση κατόπιν παραπομπής από την υπ’ αριθμ. ΑΠ 1625/2014 (δημοσ. σε ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ-www.dsanet.gr) απόφαση, έκρινε ως εξής:

 

 

Η απόφαση:

 

«[…] [Μ]ε τις διατάξεις του όγδοου κεφαλαίου (άρθρ. 46 επ.) του ν. 2121/1993, όπως ισχύει, νομοθετήθηκε η προστασία των συγγενικών προς την πνευματική ιδιοκτησία δικαιωμάτων, δηλαδή των δικαιωμάτων σε εργασίες που σχετίζονται με την πνευματική ιδιοκτησία ή ακόμη έχουν και κάποιες ομοιότητες με αυτή, δεν μπορούν όμως να αναχθούν σε αυτοτελή πνευματικά έργα, διότι δεν εμφανίζουν τα κρίσιμα στοιχεία της πνευματικής δημιουργίας, συμβάλλουν όμως, και μάλιστα πολλές φορές καθοριστικά, στη δημόσια εκτέλεση, την αναπαραγωγή και γενικά στη διάδοση των έργων αυτών.

 

Ο καθορισμός των δικαιούχων των συγγενικών δικαιωμάτων προκύπτει από τους κανόνες που αναγνωρίζουν τα σχετικά δικαιώματα. Τέτοια πρόσωπα είναι κατά το άρθρο 46 § 1 και 2 οι ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες. Ως ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες θεωρούνται τα πρόσωπα που ερμηνεύουν ή εκτελούν με οποιονδήποτε τρόπο έργα του πνεύματος, όπως οι ηθοποιοί, οι μουσικοί, οι τραγουδιστές.

 

Αυτοί έχουν το δικαίωμα να επιτρέπουν ή απαγορεύουν κατά την § 2 του άνω άρθρου: α) την εγγραφή της ερμηνείας ή εκτελέσεώς τους σε υλικό φορέα ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, β) την άμεση ή έμμεση αναπαραγωγή της εγγραφής της ερμηνείας ή εκτέλεσής τους, καθώς και τη θέση σε κυκλοφορία με μεταβίβαση της κυριότητας, με εκμίσθωση ή με δημόσιο δανεισμό του υλικού φορέα με την εγγραφή, γ) [sic] τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με οποιονδήποτε τρόπο, όπως ηλεκτρομαγνητικά κύματα, δορυφόροι, καλώδια, καθώς και την παρουσίαση στο κοινό του υλικού φορέα με την παράνομη εγγραφή, δ) [sic] τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με οποιοδήποτε τρόπο, όπως ηλεκτρομαγνητικά κύματα, δορυφόροι, καλώδια, της ζωντανής ερμηνείας ή εκτέλεσής τους, εκτός αν η μετάδοση αυτή αποτελεί αναμετάδοση νόμιμης μετάδοσης, ε) την παρουσίαση στο κοινό της ζωντανής ερμηνείας ή εκτέλεσής τους, που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, εκτός από ραδιοτηλεοπτική μετάδοση.

Στην τελευταία περίπτωση [sic] αναγνωρίζεται στον ερμηνευτή ή εκτελεστή καλλιτέχνη το δικαίωμα να απαγορεύει τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και την παρουσίαση στο κοινό του υλικού φορέα με την παράνομη εγγραφή. Για το σκοπό της διάταξης αυτής παράνομη είναι η εγγραφή που γίνεται χωρίς την άδεια του ερμηνευτή.

 

Η διάταξη του άρθρου 46 § 2 στ’, ε’ προβλέπεται για να μπορεί ο ερμηνευτής ή εκτελεστής καλλιτέχνης να απαγορεύει τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση ή παρουσίαση στο κοινό του υλικού φορέα, όταν η εγγραφή έγινε χωρίς την άδειά του (παράνομη εγγραφή). Αντιθέτως σε περίπτωση ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης και παρουσίασης στο κοινό του υλικού φορέα, με τη νόμιμη εγγραφή, ο ερμηνευτής ή εκτελεστής καλλιτέχνης έχει δικαίωμα εύλογης αμοιβής κατ’ άρθρ. 49 ν. 2121/1993 ([…] ΑΠ 114/2009, ΑΠ 670/2007).

 

Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι η προστασία που προβλέπεται για τους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες είναι αυτοτελής και διακεκριμένη έναντι της προστασίας που προβλέπεται για το δημιουργό του έργου, ισχύουσας αποκλειστικώς της ρυθμίσεως του άρθρου 46 ν. 2121/1993.

 

Με το άρθρο 50 του ίδιου ν. 2121/1993, κατοχυρώνεται επίσης η αναγνώριση και προστασία του ηθικού δικαιώματος των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών. Ειδικότερα με τη διάταξη αυτή παρέχεται στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, εκτός από το δικαίωμα αναγνώρισης και προβολής της πατρότητάς τους πάνω στην ερμηνεία ή την εκτέλεσή τους που έχουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους και το δικαίωμα της απαγόρευσης κάθε παραμόρφωσης της ερμηνείας ή της εκτέλεσης αυτής. Ο νομοθέτης στη διάταξη αυτή ορίζει συγκεκριμένες προστατευτικές εκφάνσεις του ηθικού δικαιώματος των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 4 § 1 του ίδιου νόμου, όπου προβαίνει σε ενδεικτική απαρίθμηση των κυριοτέρων εκφάνσεων του ηθικού δικαιώματος του δημιουργού.

 

Αντίστοιχα, περιορισμένο είναι και το περιεχόμενο του δικαιώματος σεβασμού της ακεραιότητας της ερμηνείας ή της εκτέλεσης αυτής, καθώς περιλαμβάνει μόνο τις άμεσες μεταβολές, ήτοι την ευθεία επενέργεια στην ερμηνεία ή την εκτέλεσή της (παραμόρφωση, που συμπεριλαμβάνει τη βλαπτική τροποποίηση και περικοπή) και όχι τις έμμεσες, δηλαδή εκείνες που συνεπάγονται προσβολή του ερμηνευτή/εκτελεστή καλλιτέχνη, ειδικότερα της τιμής και υπόληψής του […]

 

Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι τα συγγενικά δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών έχουν περιουσιακό και ηθικό περιεχόμενο, αποσκοπούν στην αποτροπή χρήσεως της ερμηνείας ή της εκτέλεσης πέρα από αυτές που είχαν συμφωνηθεί και προβλέπονται ρητά και περιοριστικά στο άρθρο 45 § 2 του ν. 2121/1993.

 

Με τις συμβάσεις μεταξύ του ερμηνευτή καλλιτέχνη και του παραγωγού του υλικού φορέα ήχου ή εικόνας ή και των δύο, που με ποινή ακυρότητας καταρτίζονται εγγράφως (άρθρ. 14), παρέχεται από τον πρώτο στο δεύτερο η άδεια για την εγγραφή της ερμηνείας ή εκτέλεσης, την αναπαραγωγή και εκμετάλλευση.

 

Η εκμετάλλευση του έργου [sic] για μη συμβατικά προβλεπόμενη χρήση ή η υπέρβασή της από την άποψη των εξουσιών της διάρκειας, της χωρικής ισχύος ή της έκτασης συνιστά προσβολή του συγγενικού δικαιώματος και ο ερμηνευτής ή εκτελεστής καλλιτέχνης δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση ή ικανοποίηση κατά τους όρους του άρθρου 65 §§ 2 και 3 ν. 2121/1993 […].

 

Εξάλλου στο άρθρο 65 ν. 2121/1993 προβλέπεται ένα πλέγμα αστικών κυρώσεων που ισχύει ενιαία σε κάθε περίπτωση προσβολής της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων, χωρίς να αποκλείεται η συμπληρωματική εφαρμογή του ΑΚ.

 

[…] Γενικά ως παράνομη προσβολή ισχύει κάθε πράξη που επεμβαίνει στις εξουσίες (ηθικές ή περιουσιακές) του δικαιούχου και γίνεται χωρίς την άδειά του, χωρίς να συντρέχει άλλος λόγος που αίρει τον παράνομο χαρακτήρα της προσβολής.

 

[…] Η υπαιτιότητα απαιτείται μόνο για την αξίωση αποζημίωσης, ενώ η ίδια η πράξη της προσβολής συνεπάγεται και το παράνομο. Επειδή η επέμβαση στο δικαίωμα είναι κατ’ αρχήν πράξη παράνομη, ο δικαιούχος δεν οφείλει να αποδείξει το γεγονός ότι η προσβολή έγινε χωρίς την άδειά του ή ότι συντρέχει άλλος λόγος άρσης του παρανόμου. Η ίδια, δηλαδή, η φύση του απόλυτου δικαιώματος καθιερώνει ένα οιονεί μαχητό τεκμήριο ότι κάθε πράξη προσβολής που γίνεται χωρίς τη συναίνεση ή άδεια του δικαιούχου, είναι παράνομη και εκείνος, ο οποίος αρνείται τη συνδρομή της προσβολής, οφείλει να το αποδείξει. Τεκμαίρεται, επομένως, η παρανομία της επέμβασης στο απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα και ο εναγόμενος προσβολέας που αρνείται τη συνδρομή της προσβολής, θα πρέπει να ισχυριστεί κατ’ ένσταση και να αποδείξει τα γεγονότα, που αποκλείουν τον παράνομο χαρακτήρα της προσβολής.

 

[…] Όπως σαφώς προκύπτει από τα ως άνω συμφωνητικά η α’ εναγομένη [διαφημιστική] ενήργησε ως έμμεση αντιπρόσωπος της β εναγομένης εταιρίας «...............», ήτοι στο όνομα της αλλά και κατ’ εντολή και για λογαριασμό της β’ εναγομένης. Επομένως υποκείμενο των συμβάσεων είναι η ίδια η πρώτη εναγόμενη [διαφημιστική], η οποία και μόνη δεσμεύεται από τη σύμβαση με τους ενάγοντες, και νομιμοποιείται ενεργητικά και παθητικά ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που γεννώνται από αυτές.

 

[…] Στα πλαίσια των συμβάσεων αυτών δημιουργήθηκαν διάφορες διαφημιστικές ταινίες (15) τον αριθμό, μεταξύ των οποίων και η τελευταία με θέμα «τρία επί τρία», στην οποία οι ενάγοντες, εμφανίζονται ως τρεις φίλοι που παραγγέλνουν ταυτοχρόνως από τρεις μπύρες «....». […] Με τη συμμετοχή τους δε στην ταινία αυτή οι ενάγοντες κατέστησαν, ως εκτελεστές ηθοποιοί, φορείς συγκεκριμένα των συγγενικών δικαιωμάτων, που αναγνωρίζονται σε αυτούς από το άνω άρθρο 46 § 1 ν. 2121/1993, τα οποία κατά τα προαναφερόμενα μεταβίβασαν στην πρώτη εναγόμενη για το προαναφερόμενο ορισμένο χρονικό διάστημα.

 

[…] Κατά το τέλος του έτους 2004 έληξαν οι συμβάσεις παραχωρήσεως των περιουσιακών δικαιωμάτων εκμετάλλευσης και των τριών εναγόντων, καθόσον με τη λήξη της συμβάσεως του .... στις 31.12.2004 έληξαν και οι συμβάσεις των λοιπών, αφού πληρώθηκε η διαλυτική αίρεση υπό την οποία τελούσαν, κατά τα συμφωνηθέντα, αφού δεν ήταν πλέον δυνατή η συνεργασία όλων των εναγόντων ηθοποιών μεταξύ τους. […] Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι μετά τη λήξη των επιδίκων συμβάσεων και για χρονικό διάστημα δύο ετών, ήτοι των 2005 και 2006, η διαφημιστική ταινία με θέμα «...», προβαλλόταν χωρίς οι ενάγοντες να το γνωρίζουν μεταγλωττισμένη στην αλβανική γλώσσα από διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς στην Αλβανία […]. Ήδη με την από 22.12.2004 σύμβαση αποκλειστικής διανομής η β’ εναγομένη είχε αναθέσει στην εταιρία «......», με έδρα το Αργυρόκαστρο Αλβανίας, την αποκλειστική εισαγωγή και διάθεση προϊόντων της μεταξύ των οποίων και της μπύρας «.....» στην Αλβανία.

 

Οι ενάγοντες, όταν περί μήνα Σεπτέμβριο 2006 πληροφορήθηκαν τυχαία για την προβολή της διαφήμισης στην Αλβανία, μετά από επισταμένη έρευνα διαπίστωσαν το βάσιμο της πληροφορίας και «προμηθεύτηκαν δια μέσου της εταιρίας «............», που ειδικεύεται στη συλλογή, διαχείριση και παροχή πληροφοριών και στοιχείων σχετικά με τις διαφημίσεις που προβάλλονται παγκοσμίως, τον οπτικοακουστικό φορέα (DVD) της προβληθείσας στην Αλβανία διαφήμισης, που περιείχε απευθείας καταγραφή της προβολής από αλβανικό τηλεοπτικό σταθμό […]. Μάλιστα ο πρώτος και δεύτερος των εναγόντων με τις από 7.12.2006 και 5.1.2007 εξώδικες δηλώσεις που επέδωσαν στις 14.12.2007 στην α’ εναγομένη και στις 17.1.2007 στη δεύτερη αντίστοιχα […], διαμαρτυρήθηκαν και ζήτησαν την παύση της προσβολής των δικαιωμάτων τους. Οι εναγόμενες με τις από 22.12.2006 και 14.2.2007 εξώδικες δηλώσεις τους αντίστοιχα αρνήθηκαν οποιαδήποτε συμμετοχή τους στην παράνομη προβολή της διαφημιστικής ταινίας στην Αλβανία, η δε πρώτη εξ αυτών δήλωσε ότι η προβολή αυτή συνιστά παραβίαση των δικαιωμάτων της και ότι προτίθεται να προβεί σε οποιαδήποτε νόμιμη ενέργεια για την παύση των παράνομων προσβολών και την αποκατάσταση των δικαιωμάτων της, καθώς και την πλήρη αποζημίωσή της.

 

Πλην όμως από την προσήκουσα συνεκτίμηση όλων των προαναφερομένων αποδεικτικών μέσων, βεβαιώθηκε ότι η με τον προαναφερόμενο τρόπο εκμετάλλευση της διαφημιστικής ταινίας που αποτελεί νέο τρόπο ενάσκησης συγγενικών δικαιωμάτων, που είχαν δικαίωμα να αποφασίσουν οι ενάγοντες ως εκτελεστές - ηθοποιοί αυτής, έλαβε χώρα παρανόμως και αυθαιρέτως χωρίς τη συναίνεση ή την έγκριση των εναγόντων, με κοινή δράση και ενέργεια των νομίμων εκπροσώπων αμφότερων των εναγομένων εταιριών, που απέβλεπαν προφανώς στην αποφυγή καταβολής αμοιβής και στην αύξηση των κερδών τους.

 

Συγκεκριμένα: 1) Η πρώτη εναγομένη παραγωγός εταιρία παράνομα, αντισυμβατικά και υπαίτια καθ’ υπέρβαση της διάρκειας και της χωρικής ισχύος της σύμβασης και εν γνώσει της ότι η συνεργασία της με τους ενάγοντες είχε λήξει, παρέδωσε τον πρωτότυπο υλικό φορέα που είχε στο αρχείο της σε τρίτους, κατ’ εντολή της β’ εναγομένης με σκοπό την μεταγλώττιση του στα αλβανικά και την προβολή του στην Αλβανία και 2) η δεύτερη εναγομένη, διαφημιζόμενη εταιρία, έδωσε εντολή στην α’ εναγομένη να παραδώσει τον πρωτότυπο υλικό φορέα για μεταγλώττιση και στη συνέχεια προέβη στις απαραίτητες ενέργειες για την προβολή του στους αλβανικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, προφανώς για να προωθήσει την πώληση των προϊόντων της στην αλβανική αγορά, αν και γνώριζε ότι το χρονικό διάστημα παραχωρήσεως των περιουσιακών δικαιωμάτων εκμετάλλευσης των εναγόντων είχε λήξει, δεδομένου ότι ήταν η αμέσως ωφελούμενη από τη διαφήμιση.

[…]

 

Συνακόλουθα με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, με τις εν λόγω ενέργειες των εναγομένων επήλθε προσβολή του απόλυτου αποκλειστικού δικαιώματος εκμετάλλευσης (περιουσιακού) των εναγόντων επί της ερμηνείας του έργου, καθώς και του ηθικού τους δικαιώματος. Η προσβολή του τελευταίου αυτού δικαιώματος (ηθικού) των εναγόντων, συνίσταται στην παραμόρφωση της ερμηνείας τους, η οποία επήλθε με τη μεταγλώττιση της φωνής τους, από την ελληνική γλώσσα την αλβανική, χωρίς την άδειά τους.

 

Επομένως οι εναγόμενοι υποχρεούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 65§2 και 50 ν. 2121/1993 και των άρθρων 914, 926, 932 και 71 ΑΚ εις ολόκληρον ο καθένας να αποζημιώσουν τους ενάγοντες για την περιουσιακή ζημία, που υπέστησαν και την αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης με την καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης.

 

Η αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία των εναγόντων, σύμφωνα με το ως άνω άρθρο 65 § 2 δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το διπλάσιο της αμοιβής που συνήθως ή κατά νόμο καταβάλλεται για το είδος της εκμετάλλευσης που έκανε χωρίς άδεια ο υπόχρεος.

 

[…] Πλέον τούτου οι ενάγοντες δικαιούνται και ευλόγου χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω της ηθικής βλάβης που κατά τα άνω υπέστησαν από την προαναφερόμενη παράνομη και υπαίτια ενέργεια των εναγομένων. Ενόψει των συνθηκών τέλεσης της πράξης, το βαθμό του πταίσματος των καταστατικών οργάνων των εναγομένων, το είδος και της έκτασης της ζημίας αυτών, της ψυχικής στενοχώριας των εναγόντων, της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των μερών και των εν γένει περιστάσεων το δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγοντες δικαιούνται να λάβουν ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση, μετά από στάθμιση των ως άνω κατά νόμο στοιχείων (άρθρο 932 ΑΚ), το ποσό των 2.000 ευρώ για τον καθένα από αυτούς.

 

Μετά από αυτά πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως βάσιμη κατ’ ουσίαν κατά την κύρια βάση της (άρθρ. 65, 50 ν. 2121/1993, 361, 914, 932, 71 ΑΚ) […].

 


Πηγή: ΝοΒ 2016, τόμ. 64, Μάιος 2016, σελ. 854 επ.

Eπιμέλεια: Θεόδωρος Χίου, Δικηγόρος Πνευματικών Δικαιωμάτων

Διαβάστε ακόμα:
ΠΡΑΣΙΝΗ (Εφημερίδα) vs. ΠΡΑΣΙΝΗ (Μπύρα) (A’ δημοσίευση IPrights.gr)