- Λεπτομέρειες
Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 349/2022
(διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)
Το άρθρο 7 του ν. 4481/2017, που καθιερώνει ένα τεκμήριο αναφορικά με την νομιμοποίηση των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, τόσο για την κατάρτιση συμβάσεων ή την είσπραξη αμοιβών, όσο και για τη δικαστική προστασία των έργων, αποτελεί κατά την κρατούσα νομολογία μαχητό τεκμήριο.
Η κατά τεκμήριο νομιμοποίηση δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου και δικαίωμα είσπραξης εύλογης αμοιβής για μη εκπροσωπούμενο από τον ΟΣΔ που είναι αρμόδιος για την είσπραξη της εύλογης αμοιβής του άρθρου 49§1 Ν. 2121/1993 ρεπερτόριο, δηλαδή για δικαιώματα που δεν του έχουν ανατεθεί είτε απευθείας από τους δικαιούχους, είτε βάσει συμβάσεων αμοιβαιότητας με άλλους ΟΣΔ του εξωτερικού, καθώς το ζήτημα αυτό είναι πραγματικό και χωρά ανταπόδειξη.
Λέξεις-κλειδιά: Συγγενικά Δικαιώματα, ερμηνευτές, εκτελεστές, παραγωγοί, φωνογραφήματα, εύλογη αμοιβή, συλλογική διαχείριση, δημόσια εκτέλεση, εμπορικά καταστήματα, μη εκπροσωπούμενο μουσικό ρεπερτόριο.
Κρίσιμες διατάξεις: άρ. 49§1 Ν. 2121/1993⸱ άρ. 7, 22§7 εδ. α’ Ν. 4481/2017
To ιστορικό:
Εταιρεία με αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία ηλεκτρονικών ειδών έλαβε άδεια χρήσης και δημόσιας εκτέλεσης συγκεκριμένου μουσικού ρεπερτορίου («μουσικό χαλί») εντός των καταστημάτων της, το οποίο, κατά ρητή δήλωσή της αδειοδότριας εταιρείας, δεν εκπροσωπείται από Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή. Ο μοναδικός και αντιπροσωπευτικός στην Ελληνική Επικράτεια ενιαίος οργανισμός συλλογικής διαχείρισης συγγενικών δικαιωμάτων, ο οποίος δικαιούται και υποχρεούται να εισπράττει από τους χρήστες την εύλογη και ενιαία αμοιβή του άρθρου 49 § 1 ν. 2121/1993 για παρουσίαση στο κοινό (δημόσια εκτέλεση) οποιουδήποτε υλικού φορέα ηχογραφημένης μουσικής (φωνογράφημα) στην Ελληνική Επικράτεια, ζητά, μεταξύ άλλων, την καταβολή αμοιβής για την επί σειρά ετών (2011-2019) χρήση του ως άνω ρεπερτορίου εντός ορισμένων καταστημάτων της καθ’ ης ανά την Ελλάδα. Δυνάμει σχετικής ρήτρας του συμφωνητικού, η καθ’ ης η αίτηση προσεπικαλεί την αδειοδότρια εταιρεία ως δικονομική εγγυήτρια, ώστε να αποκρουστεί η αίτηση του αιτούντος ΟΣΔ. Το δικαστήριο αποφάσισε ως εξής:
H απόφαση (αποσπάσματα):
[…] [Ν]όμιμα ζητείται με την ένδικη αίτηση ο καθορισμός και η προσωρινή επιδίκαση της εύλογης αμοιβής της αιτούσας για χρήση που έχει, ήδη, πραγματοποιηθεί πριν από την άσκηση της αίτησης, καθόσον με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 22 παρ. 7 εδ. α’ του ν. 4481/2017 προβλέπεται πλέον, ρητά ότι, «σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ χρήστη και οργανισμού συλλογικής διαχείρισης ως προς το ύψος της εύλογης αμοιβής του άρθρου 49 του ν. 2121/1993 και τους όρους πληρωμής της, το Μονομελές Πρωτοδικείο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, καθορίζει αυτά προσωρινά, μετά από αίτηση του χρήστη ή του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, και επιδικάζει προσωρινά μέχρι το ήμισυ της εύλογης αμοιβής που καθόρισε» (η τελευταία πρόβλεψη δεν υπήρχε στις διατάξεις του άρθρου 49 ν. 2121/1993), χωρίς να αποκλείεται η εφαρμογή της, ως άνω, διάταξης για χρήση που ανάγεται σε παρελθόντα χρόνο. […]
Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι το παρόν δικαστήριο, δικάζει μεν κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η παρούσα, όμως, υπόθεση δεν αφορά ασφαλιστικό μέτρο, κατά την έννοια των άρθρων 682 επ. ΚΠοΛΔ, τέτοιο, δηλαδή, που σκοπεί στην εξασφάλιση ή τη διατήρηση δικαιώματος ή τη ρύθμιση καταστάσεως, αλλά, μέτρο που σκοπεί στην ταχεία και προσωρινή επίλυση της διαφοράς […]
[…] τεκμαίρεται ότι η αιτούσα, νομιμοποιείται να αξιώνει ενεργητικά στο δικό της όνομα, με κατάρτιση σχετικών συμβάσεων ή, σε περίπτωση διαφωνίας, δικαστικώς την προβλεπόμενη από το άρθρο 49 § 1 του ίδιου ως άνω νόμου [Ν. 2121/1993], ενιαία και εύλογη αμοιβή από τους, χωρίς την προηγούμενη καταβολή της αμοιβής αυτής χρήστες υλικών φορέων ήχου, [sic] στους οποίους (υλικούς φορείς) είναι εγγεγραμμένη η από τα μέλη των οργανισμών εταίρων της εκτέλεση ή και ερμηνεία μουσικών έργων και οι οποίοι (υλικοί φορείς) παρήχθησαν και τέθηκαν σε κυκλοφορία από παραγωγούς, μέλη του πρώτου εκ των ανωτέρω οργανισμών μελών της, όχι μόνο για τις σχετικές αξιώσεις που γεννήθηκαν κατά το χρόνο λειτουργίας της, αλλά και όσες -μη επίδικες- γεννήθηκαν προ της ίδρυσής της τόσο των ημεδαπών, όσο και των αλλοδαπών δικαιούχων, αφού τεκμαίρεται ότι εκπροσωπεί όλα ανεξαιρέτως τα έργα όλων ανεξαιρέτως των δικαιούχων, ημεδαπών και αλλοδαπών, με τους οποίους οι τρεις ως άνω οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης- μέλη της, ως μόνοι αντιπροσωπευτικοί στην ελληνική επικράτεια οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και προστασίας των συγγενικών δικαιωμάτων των παραπάνω τριών κατηγοριών δικαιούχων τούτων, έχουν συνάψει με αντίστοιχους προς αυτούς αλλοδαπούς οργανισμούς […] συμβάσεις αμοιβαιότητας, δυνάμει των οποίων νομιμοποιούνται να προβαίνουν σε διαπραγμάτευση, είσπραξη, διεκδίκηση και διανομή της εύλογης αμοιβής που δικαιούται και οι αντίστοιχοι προς τους ημεδαπούς, αλλοδαποί δικαιούχοι συγγενικών δικαιωμάτων, ήτοι οι αλλοδαποί εκτελεστές, μουσικοί, ερμηνευτές τραγουδιστές και παραγωγοί υλικών φορέων ήχου, για τη χρήση του καλλιτεχνικού ρεπερτορίου τους στην ημεδαπή.
[…] Η κατά τεκμήριο όμως νομιμοποίηση της αιτούσας για την υποχρεωτική είσπραξη των συγγενικών δικαιωμάτων ηχογραφημένης μουσικής, μέσω στερεοφωνικής ή ραδιοφωνικής εγκατάστασης ή από το διαδίκτυο ή μέσω τηλεόρασης, δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου και δικαίωμα είσπραξης εύλογης αμοιβής για μη εκπροσωπούμενο από την ίδια ρεπερτόριο από μη μέλη της, δηλαδή για δικαιώματα που δεν της έχουν ανατεθεί είτε απευθείας από τους δικαιούχους, είτε βάσει συμβάσεων αμοιβαιότητας με άλλους ΟΣΔ του εξωτερικού, καθώς το ζήτημα αυτό είναι πραγματικό και χωρά ανταπόδειξη (βλ. σχετικά και το από 12-9-2017 Δελτίου Τύπου του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας σχετικά με τη νόμιμη χρήση μουσικής σε καταστήματα). Εξάλλου, το άρθρο 7 του ν. 4481/2017, που καθιερώνει ένα τεκμήριο αναφορικά με την νομιμοποίηση των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, τόσο για την κατάρτιση συμβάσεων ή την είσπραξη αμοιβών, όσο και για τη δικαστική προστασία των έργων, αποτελεί κατά την κρατούσα νομολογία μαχητό τεκμήριο και όταν γίνεται επίκλησή του σε δίκη κατά κάποιου τρίτου, που χρησιμοποιεί το έργο χωρίς άδεια του οργανισμού ή δεν καταβάλει την εύλογη αμοιβή, ο τρίτος αυτός μπορεί να αποδείξει ότι η πραγματική αλήθεια είναι διαφορετική από την τεκμαιρόμενη, αφού το τεκμήριο αυτό διαπλάστηκε από τον νομοθέτη προς διευκόλυνση των εταιριών συλλογικής διαχείρισης ως προς τη νομιμοποίησή τους προς παροχή δικαστικής προστασίας και απόδειξη αυτής, δοθέντος ότι η αναφορά, για την πληρότητα του δικογράφου, όλων των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, καθώς και παραγωγών υλικών φορέων ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, οι οποίοι έχουν αναθέσει στον οργανισμό η διαχείριση εξουσιών, που απορρέουν από το ένδικο περιουσιακό τους (συγγενικό) δικαίωμα, λόγω της πληθώρας τούτων, Θα δημιουργούσε μεγάλες δυσκολίες στην αποτελεσματική προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων (βλ. ενδεικτικά ΜΠρΚερκ 3 8/2020, ΜΠρΘες/κης 5653/2017 ΝΟΜΟΣ).
[…] Στο πλαίσιο [συμφωνίας μεταξύ καθ’ ης η αίτηση και προσεπικαλούμενης], εγκαταστάθηκε στα καταστήματα της καθ' ης η αίτηση - προσεπικαλούσας εταιρείας μια ειδική συσκευή με λογισμικό αναπαραγωγής μουσικής και διαφημιστικών μηνυμάτων σε σύνδεση με την κεντρική ηχητική εγκατάσταση του κάθε καταστήματος. Η εν λόγω εδική συσκευή, λειτουργεί με κλειδωμένο λογισμικό και κλειδωμένη μουσική συλλογή που διαχειρίζεται η προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως καθ’ ης η αίτηση εταιρεία από απόσταση μέσω διαδικτύου, με συγκεκριμένο server, διεύθυνση IP και διαδικτυακή θύρα, χωρίς να έχει τη δυνατότητα κάποιος υπάλληλος ή ο διευθυντής του καταστήματος να παρεμβληθεί στο πρόγραμμα αυτό, καθώς πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα συνεχές πρόγραμμα μουσικής, που χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο ως «μουσικό χαλί» για την εκάστοτε επιχείρηση […].
Έτσι πιθανολογήθηκε ότι η προσεπικαλούμενη - παρεμπιπτόντως καθ' ης η αίτηση εταιρεία: α) από 1.3.2011 έως και 30.4.2014 συνεργαζόταν με τον μουσικοσυνθέτη και μουσικό Σ* Π*, ο οποίος παραχώρησε σ' αυτή μία μουσική βιβλιοθήκη περίπου 300 μουσικών (πρωτότυπων) έργων, τα οποία ήταν ορχηστρικά, χωρίς στίχους ή ερμηνείες, παραχθέντα μέσω Η/Υ, χωρίς τη συνδρομή άλλων προσώπων και ο οποίος δεν είχε αναθέσει την είσπραξη των δικαιωμάτων του επί της μουσικής αυτής σε κανένα Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης […] και β) από 1.5.2014 έως και σήμερα, συνεργάζεται με την εταιρεία «ΝΑVΑRR ΕΝΤΕRΡRΙSΕS ΙΝC», με έδρα τη Φλόριντα των ΗΠΑ, που μέσω των διαδικτυακών πλατφορμών «ΑUDΙΟSΡΑRΧ» και «RΑDΙΟSΡΑRΧ», της παραχωρεί προγράμματα από το δικό της ρεπερτόριο μουσικών έργων, τις οποίες η ίδια χρησιμοποιεί […]. Χαρακτηριστικό των μουσικών αυτών προγραμμάτων είναι ότι οι δικαιούχοι συγγενικών δικαιωμάτων δεν έχουν προβεί σε ανάθεση της είσπραξης των απαιτήσεών τους σε Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης ή εν γένει σε αντίστοιχους Οργανισμούς με βάση το δίκαιο της χώρας εγκατάστασης του καθενός […] Επιπλέον, από την 11-2-2008 «σύμβαση άδειας χρήσης περιεχομένου audiosparx» του καλλιτέχνη S* Ρ*, καθώς και τις σχετικές επιστολές των επίσης καλλιτεχνών Ε* Ν* Β*, Κ* C*, Ρ* S*, Κ* S*, S* Μ*, σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική, μουσικά έργα των οποίων περιλαμβάνονται στην ως άνω λίστα ρεπερτορίου της «AUDIOSPARX», πιθανολογείται ότι δεν έχουν αναθέσει σε ελληνικό ή αλλοδαπό Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης το δικαίωμα να εισπράξει στο όνομά τους και για λογαριασμό τους την προβλεπόμενη στο άρθρο 49 του ν. 2121/1993 εύλογη αμοιβή. Τέλος, πιθανολογήθηκε ότι η εταιρεία «ΝΑVΑRR ΕΝΤΕRΡΙSΕS ΙΝC» έχει υπογράψει την από 29-1-2019 σύμβαση ανάθεσης με παροχή πληρεξουσιότητας προς τον Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης των δικαιωμάτων των παραγωγών υλικών φορέων ήχου και εικόνας με την επωνυμία «GRΑΜΜΟ», που είναι μέλος της αιτούσας και η οποία σύμβαση παρατάθηκε έως 31-12-2019, να εισπράττει τα συγγενικά δικαιώματα όπως αυτά ενσωματώνονται στο μουσικό κατάλογο της προσεπικαλούμενης - παρεμπιπτόντως καθ' ης αίτηση εταιρείας σε σχέση με τις χρήσεις των συγκεκριμένων έργων στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, εξαιρουμένων της χρήσης αυτών εκτός καταστημάτων ως μουσική υπόκρουση, το οποίο κατεξοχήν και κατά τεκμήριο εκπροσωπείται από την αιτούσα. […]
Συνεπώς, υφίσταται εν τοις πράγμασι μορφή αναγνώρισης από την αιτούσα προς την εταιρεία «ΝΑVΑRR ΕΝΤΕRΡRΙSΕS ΙΝC» και μέσω αυτής στην προσεπικαλούμενη - παρεμπιπτόντως καθ' ης η αίτηση, του δικαιώματος της τελευταίας να συνάπτει η ίδια συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης συγγενικών δικαιωμάτων για συγκεκριμένα έργα [sic] που ενσωματώνονται στον κατάλογό της και που μεταδίδονται όχι μέσω τηλεοπτικής ή ραδιοφωνικής εγκατάστασης σε εμπορικά καταστήματα.
[…] Ακόμα, δεν πιθανολογήθηκε ότι στα καταστήματα της καθ' ης η κύρια αίτηση - προσεπικαλούσας, ακούγονταν παράλληλα πέραν των ανωτέρω και μουσικά έργα, από τα αναλυτικά αναφερόμενα στην κρινόμενη κύρια αίτηση, καθώς το γεγονός αυτό δεν επιβεβαίωσε ούτε ο μάρτυρας της αιτούσας κατά την ένορκη κατάθεσή του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο μάρτυρας, εργαζόμενος την αιτούσα από το 2015, οπότε τουλάχιστον για το επίδικο προηγούμενο χρονικό διάσημα (2011-2015) δεν έχει ιδία αντίληψη των πραγμάτων, δεν έχει επισκεφτεί έως σήμερα τα αναφερόμενα στην αίτηση τέσσερα καταστήματα της καθ' ης η κύρια αίτηση - προσεπικαλούσας και παρά ταύτα ορκιζόμενος επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς της, χωρίς όμως συγκεκριμένη αναφορά στην πηγή της ειδικής αυτής γνώσης του. 'Ετσι στο πλαίσιο αυτό, ο ισχυρισμός του ότι άκουσε επισκεπτόμενος τα καταστήματα του Αγρινίου και της Λάρισας να παίζουν από ραδιοφωνική εγκατάσταση γνωστή επιτυχία του εμπορικού τραγουδιστή Dastin Βimber [sic], δεν πιθανολογείται βάσιμος, καθώς η κατάθεση του ως προ σημείο αυτό ήταν ιδιαιτέρως ενδοιαστική.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, δεδομένου ότι δεν πιθανολογήθηκε ότι η καθ' ης η αίτηση - προσεπικαλούσα εκτέλεσε δημόσια μουσικά ηχογραφήματα, ρεπερτορίου εκπροσωπούμενου από την αιτούσα, καθώς αυτά δεν έχουν ανατεθεί από τους δημιουργούς - παραγωγούς τους σε κανένα Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης συγγενικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα ή στο Εξωτερικό, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη και να καταδικασθεί η αιτούσα, λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ) στη δικαστική δαπάνη της καθ' ης ή αίτηση, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
[…]
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
[…] ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ην από 15-6-2020 αίτηση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της αιτούσας τα δικαστικά έξοδα ης καθ' ης, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 18-9-2020 προσεπίκληση σε παρέμβαση -παρεμπίπτουσα αίτηση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της προσεπικαλούσας - παρεμπιπτόντως αιτούσας τα δικαστικά έξοδα της προσεπικαλούμενης - παρεμπιπτόντως καθ' ης η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
[…]
Επιμέλεια: Δρ. Θεόδωρος Χίου, Δικηγόρος Διανοητικής Ιδιοκτησίας, Ψηφιακών Τεχνολογιών και Καινοτομίας (Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.)
Πηγή: Θερμές ευχαριστίες στη δικηγορική εταιρεία Α&Κ Μεταξόπουλος & Συνεργάτες (εταίροι της οποίας παραστάθηκαν υπέρ της προσεπικαλούμενης εταιρείας) για την ευγενική παραχώρηση της απόφασης.
Photo credit: Freepik.com (@Kate Mangostar)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
ΣΥΓΓΕΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ: ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΕΚΜΗΡΙΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗΣ ΤΟΥ ΟΣΔ ΠΟΥ ΕΙΣΠΡΑΤΕΙ ΕΝΙΑΙΑ ΕΥΛΟΓΗ ΑΜΟΙΒΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 49
ΑΔΕΙΕΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ: ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ...
ΕΚΔΗΛΩΣΗ: ΛΟΓΟΚΛΟΠΗ ΚΑΙ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ...
- Λεπτομέρειες
H χρονική και χωρική υπέρβαση της συμβατικά συμφωνηθείσας εκμετάλλευσης ερμηνειών συνιστά προσβολή συγγενικού δικαιώματος (αδικοπραξία)
Τριμελές Εφετείο Αθηνών 761/2016
Τα συγγενικά δικαιώματα προστατεύουν εργασίες οι οποίες σχετίζονται ή ομοιάζουν με την πνευματική ιδιοκτησία χωρίς, όμως, να παρουσιάζουν τα στοιχεία της πνευματικής δημιουργίας, αλλά οι οποίες συμβάλλουν καθοριστικά γενικά στη διάδοση προστατευόμενων έργων
Η προστασία που προβλέπεται για τους ερμηνευτές καλλιτέχνες είναι αυτοτελής και διακεκριμένη έναντι της προστασίας που προβλέπεται για το δημιουργό ενός έργου από πνευματική ιδιοκτησία
Η απαρίθμηση των εξουσιών του ηθικού δικαιώματος των ερμηνευτών στο νόμο είναι αποκλειστική και όχι ενδεικτική
Tο πλέγμα αστικών κυρώσεων του Ν. 2121/1993 ισχύει ενιαία σε προσβολές πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων
Υφίσταται ένα οιονεί μαχητό τεκμήριο ότι κάθε πράξη προσβολής που γίνεται χωρίς τη συναίνεση ή άδεια του δικαιούχου είναι παράνομη
Λέξεις-κλειδιά: Συγγενικά Δικαιώματα, ερμηνευτές, ηθοποιοί, διαφημιστικές ταινίες-spots, εκμετάλλευση ερμηνείας, συμβατικοί περιορισμοί, παράνομη προσβολή, αποζημίωση, ηθική βλάβη.
Κρίσιμες διατάξεις: Ν. 2121/1993, άρ. 46, 50, 65
- Λεπτομέρειες
Δεν πάσχει ακυρότητας η σχετική απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού, σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας
ΣτΕ (Δ’ Τμήμα) 1009/2020
Νόμιμη προϋπόθεση για την ανάθεση συλλογικής διαχείρισης στον ΟΠΙ είναι η συνδρομή πραγματικών γεγονότων, τα οποία προκαλούν σοβαρό κίνδυνο κατάρρευσης της σχετικής αγοράς και διατάραξης της νόμιμης χρήσης πνευματικών έργων, με αποτέλεσμα να καθίσταται επισφαλής η είσπραξη και απόδοση στους δικαιούχους των πνευματικών δικαιωμάτων τους, όπως ιδίως η ανάκληση άδειας λειτουργίας φορέα συλλογικής διαχείρισης κατέχοντος δεσπόζουσα θέση στην αγορά και η αδυναμία άμεσης κάλυψης του σχετικού κενού από άλλους φορείς.
ο ΟΠΙ δεν μεταβάλλεται, προσωρινά έστω, σε φορέα συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων ούτε καθίσταται καθολικός ή ειδικός διάδοχος ή κύριος της περιουσίας του φορέα του οποίου η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε.
Ο ΟΠΙ δεν καθίσταται ανταγωνιστική επιχείρηση των λειτουργούντων φορέων συλλογικής διαχείρισης και οι ανατιθέμενες στον ΟΠΙ εξαιρετικές και προσωρινού χαρακτήρα αρμοδιότητες δεν συνιστούν άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά, αντιθέτως, αποσκοπούν αποκλειστικά στη διαχείριση της κρίσης που δημιουργείται στην αγορά διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ο ΟΠΙ, κατά την άσκηση της έκτακτης διαχείρισης, δεν καθίσταται επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση στην αγορά και δεν συνιστά οργανισμό συλλογικής διαχείρισης και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει ως προς την οργάνωση, τη δομή και λειτουργία του στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4481/2017 και το αντίστοιχο πεδίο εφαρμογής του της οδηγίας 2014/26.
Το ιστορικό
Βάσει των διατάξεων του ν. 2121/1993, κατόπιν της 9485/16.10.1997 αδείας του Υπουργού Πολιτισμού, η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «ΑΕΠΙ – Ελληνική Εταιρεία προς Προστασίαν της Πνευματικής Ιδιοκτησίας ΑΕ» ανέλαβε τη συλλογική διαχείριση των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών μουσικών έργων στην Ελλάδα. Το έτος 2003, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 2170/6.3.2003 άδειας του αυτού Υπουργού άρχισε παραλλήλως να δραστηριοποιείται στην ίδια αγορά και ο Οργανισμός, με την επωνυμία «Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Μουσικών Πνευματικών Δικαιωμάτων Η ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ, Αστικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης»] με μερίδιο κυμαινόμενο περίπου σε ποσοστό 5% της εν λόγω αγοράς.
Το έτος 2017, και ενόψει καταγγελιών σε βάρος της ΑΕΠΙ εκ μέρους δημιουργών, με την από 27.4.2017 πράξη της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού ορίστηκε ως προσωρινός Επίτροπος της ΑΕΠΙ η κυρία Βλάχου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 54 παρ. 10 Ν. 2121/1993. Εν συνεχεία, με την υπ’ αριθμ. ΥΠΠΟΑ/Γρ.Υπ./224747/4952 από 15/5/2018 απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού ακολούθησε η ανάκληση της άδειας της ΑΕΠΙ Α.Ε. Κατόπιν τούτου, κατ επίκληση του άρθρου 51Α του ν. 4481/2017, με την υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΔΥΗΔ/ΔΔΑΔ/ΤΔΥΕΦ 262844/18408/13772/689/4.6.2018 απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, ανατέθηκε στον Ο.Π.Ι., εκτάκτως και για χρονικό διάστημα δύο ετών η διαχείριση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των δικαιούχων-μελών της ΑΕΠΙ και διορίστηκε η κ. Βλάχου προσωρινή διαχειρίστρια.
Ο Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ - Η ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ – ΑΣΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ» υπέβαλε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, επιδιώκοντας να ακυρωθεί η ανωτέρω απόφαση ΥΠΠΟΑ/ΓΔΔΥΗΔ/ΔΔΑΔ/ΤΔΥΕΦ 262844/18408/13772/689/4.6.2018 της και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως κατά της ανωτέρω απόφασης. Το δικαστήριο αποφάσισε ως εξής:
Η απόφαση:
«[…] 4. Επειδή, ο αιτών Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης ο οποίος δυνάμει διοικητικής αδείας […], δραστηριοποιείται στον τομέα συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας μουσικών έργων στην Ελλάδα, με έννομο συμφέρον, και εν γένει παραδεκτώς, ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, προκειμένου κατά τους ισχυρισμούς του, να αποτρέψει την άσκηση ανταγωνιστικής δραστηριότητας από τον παρεμβαίνοντα Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας στην ίδια κατ’ αντικείμενο αγορά που δραστηριοποιείται και ο ίδιος. Η ιδιότητα δε του ανταγωνιστή που δραστηριοποιείται, έστω και εν μέρει και με μικρό ποσοστό, στην ίδια αγορά παροχής υπηρεσιών, αρκεί για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος για την προσβολή επί ακυρώσει κανονιστικής πράξεως που κατατείνει, κατά τα προβαλλόμενα, στη λειτουργία του ανταγωνιστικού οργανισμού υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους (πρβλ. ΣτΕ 632/2019 επτ., 1333/2019, 2952/1983).
[…] 9. Επειδή, η ανάπτυξη και προαγωγή της καλλιτεχνικής δημιουργίας αποτελεί υποχρέωση του Κράτους (άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος), στο πλαίσιο δε της συνταγματικής αυτής επιταγής το Κράτος οφείλει να μεριμνά για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας των δημιουργών, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτιστική ανάπτυξη, την ενθάρρυνση της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά και τη διευκόλυνση της νόμιμης πρόσβασης μεγάλου αριθμού χρηστών στα καλλιτεχνικά έργα. Η επιλογή του τρόπου διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων, ως ειδικότερη έκφραση της προσωπικής ελευθερίας, ανήκει στους δημιουργούς, πλην όμως, ο νομοθέτης, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους προέβλεψε καθεστώς συλλογικής διαχείρισης, αρχικά με το ν. 2121/1993 και στη συνέχεια με το ν. 4484/2017, σύμφωνα με τις διατάξεις του οποίου οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης και οι ανεξάρτητες οντότητες του άρθρου 50 του νόμου αυτού υπάγονται σε καθεστώς αδειοδότησης από τον Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού. Οι οργανισμοί αυτοί, ως υπεύθυνοι για τη διαχείριση σημαντικών στοιχείων του πολιτισμού, η οποία έχει παράλληλα και πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονομική ζωή της χώρας, λειτουργούν υπό έντονη κρατική εποπτεία. Για την άσκηση της εποπτείας αυτής, η οποία από τη φύση της δεν είναι αναγκαίο να ανατίθεται σε όργανο εντεταγμένο στο σκληρό πυρήνα του κράτους, συστάθηκε ειδικός φορέας (ΟΠΙ) ο οποίος λειτουργεί ως κοινωφελές νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού και μεριμνά για την εφαρμογή της οικείας νομοθεσίας, ενώ δεν μπορεί να έχει ως ίδιο σκοπό τη συλλογική διαχείριση πνευματικών δικαιωμάτων. Στη συνέχεια, με το ν. 4531/2018 προβλέφθηκε η δυνατότητα της κατ εξαίρεση ανάθεσης στον ΟΠΙ της διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων δικαιούχων σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ΟΣΔ ή ΑΟΔ, που είχε αναλάβει την εκπροσώπηση των δικαιούχων και τη διαχείριση των δικαιωμάτων τους. […]
Όπως προκύπτει δε από τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 4531/2018, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό και με την αιτιολογική του έκθεση, νόμιμη προϋπόθεση για την ανάθεση στον ΟΠΙ των ανωτέρω αρμοδιοτήτων είναι η συνδρομή πραγματικών γεγονότων, τα οποία προκαλούν σοβαρό κίνδυνο κατάρρευσης της σχετικής αγοράς και διατάραξης της νόμιμης χρήσης πνευματικών έργων, με αποτέλεσμα να καθίσταται επισφαλής η είσπραξη και απόδοση στους δικαιούχους των πνευματικών δικαιωμάτων τους. Τα γεγονότα αυτά, όπως ιδίως η ανάκληση άδειας λειτουργίας φορέα συλλογικής διαχείρισης κατέχοντος δεσπόζουσα θέση στην αγορά και η αδυναμία άμεσης κάλυψης του σχετικού κενού από άλλους φορείς, πρέπει να διαπιστώνονται και να τεκμηριώνονται με ειδικώς εμπεριστατωμένη αιτιολογία στην υπουργική απόφαση περί ανάθεσης των σχετικών αρμοδιοτήτων στον ΟΠΙ. Εξάλλου, σύμφωνα με τις αυτές διατάξεις, οι δικαιούχοι διατηρούν, σε κάθε περίπτωση, το σχετικό δικαίωμα να αντιταχθούν στην ανάθεση της εκπροσώπησης τους από τον ΟΠΙ με την κοινοποίηση προς αυτόν έγγραφης δήλωσης.
10. Επειδή, περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω διατάξεις […], ο ΟΠΙ δεν μεταβάλλεται, προσωρινά έστω, σε φορέα συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων ούτε καθίσταται καθολικός ή ειδικός διάδοχος ή κύριος της περιουσίας του φορέα του οποίου η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε. Ο ΟΠΙ δεν υπεισέρχεται στη θέση του τελευταίου, προκειμένου να ασκήσει, αντ’ αυτού, την επιχειρηματική του δραστηριότητα, αλλά, ως επιφορτισμένος με την ευθύνη για την ομαλή λειτουργία της οικείας αγοράς, ασκεί, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, τις αναγκαίες αρμοδιότητες για τη συνέχιση της προστασίας των δικαιούχων δημιουργών και ιδίως τη διασφάλιση της απόδοσης σε αυτούς των οφειλομένων ποσών, αξιογράφων, άυλων τίτλων κ.λπ. Ο ΟΠΙ εξάλλου, υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις μεταξύ δικαιούχων και φορέα συλλογικής διαχείρισης λυθείσες συμβάσεις και αποκτά πρόσβαση, ως νόμιμος χρήστης, στο φυσικό, ψηφιακό και ψηφιοποιημένο αρχείο του τελευταίου αποκλειστικά και μόνο προς εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού. Οι κατά τα ανωτέρω ανατιθέμενες στον ΟΠΙ εξαιρετικές και προσωρινού χαρακτήρα αρμοδιότητες δεν συνιστούν άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά, αντιθέτως, αποτελούν ειδικότερη εκδήλωση της, κατά συνταγματική επιταγή, ασκουμένης επί των φορέων συλλογικής διαχείρισης κρατικής εποπτείας, αποσκοπούν δε αποκλειστικά στη διαχείριση της κρίσης που δημιουργείται στην αγορά διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας από την ανάκληση της άδειας λειτουργίας φορέα που κατείχε δεσπόζουσα θέση στην εν λόγω αγορά.
Κατά συνέπεια, ο ΟΠΙ δεν καθίσταται ανταγωνιστική επιχείρηση των λειτουργούντων φορέων συλλογικής διαχείρισης, οι οποίοι δεν εμποδίζονται να ασκούν τη δραστηριότητά τους προκειμένου να αποκατασταθεί το ταχύτερο δυνατόν, η ομαλή λειτουργία της οικείας αγοράς και να παύσουν οι εξαιρετικές αρμοδιότητες του ΟΠΙ. Ούτε υφίσταται, άλλωστε, κίνδυνος να καταστεί ο ΟΠΙ, εκ των πραγμάτων έστω, ανταγωνιστική επιχείρηση των λειτουργούντων στην αγορά φορέων και οντοτήτων, εκ του λόγου ότι ποιείται προσωρινά χρήση του αρχείου του φορέα του οποίου ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας. Και τούτο, διότι ο ΟΠΙ δεν καθίσταται κύριος του αρχείου ούτε δικαιούται να το διαθέτει προς τρίτους, αλλά το χρησιμοποιεί αποκλειστικά και μόνον για την άσκηση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων του, υποχρεούμενος να το αποδώσει στο νόμιμο δικαιούχο αμέσως μετά τη λήξη της προσωρινής διαχείρισης.
[…] 12. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι οι ρυθμίσεις της ανωτέρω υπουργικής απόφασης [ΥΠΠΟΑ/ΓΔΔΥΗΔ/ΔΔΑΔ/ΤΔΥΕΦ262844/18408/13772/689/4.6.2018], όπως και οι διατάξεις βάσει των οποίων αυτή εκδόθηκε, αντίκεινται α) στα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος γιατί περιορίζουν την οικονομική ελευθερία του αιτούντος Οργανισμού, ο οποίος αδυνατεί να συμμετάσχει υπό συνθήκες ισότητας στην αγορά διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, αφού το μεγαλύτερο μέρος της δυνητικής του δραστηριότητας μεταβιβάζεται ήδη στον ΟΠΙ, β) στα άρθρα 102 και 106 παρ. 1 της ΣΛΕΕ, διότι δια των προσβαλλομένων ρυθμίσεων ο ΟΠΙ υποκατέστησε την ΑΕΠΙ ΑΕ η οποία κατείχε υπερδεσπόζον μερίδιο της αγοράς της τάξης του 95% και έτσι κατέστη δεσπόζουσα επιχείρηση, περαιτέρω δε παραχωρούνται σε αυτόν δικαιώματα και προνόμια που οδηγούν σε κίνδυνο κατάχρησης της δεσπόζουσας αυτής θέσης και νόθευσης της δομής της αγοράς, ενώ εξάλλου, δύναται να επηρεασθεί το εμπόριο μεταξύ κρατών – μελών, και γ) στο άρθρο 106 παρ. 1 της ΣΛΕΕ σε συνδυασμό προς το αρθρ. 56 αυτής γιατί θέτοντας φραγμούς με κρατικό μέτρο στη σχετική αγορά των ΟΣΔ και ΑΟΔ που δεν είναι εγκατεστημένου στην Ελλάδα, συνιστούν περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Προβάλλεται, περαιτέρω, ότι οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις παραβιάζουν επί μέρους διατάξεις του ν. 4481/2017 και της Οδηγίας 2014/26 και, τέλος, ότι έχουν εκδοθεί κατά κατάχρηση εξουσίας διότι με αυτές πράγματι επιδιώκεται η παγίωση της ΕΥΕΔ ως διαδόχου της ΑΕΠ.
13. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα ανωτέρω στις σκέψεις 9 και 10, η ανάθεση στον ΟΠΙ, ως αρμόδιο φορέα επιφορτισμένο με την άσκηση της κρατικής εποπτείας επί των φορέων συλλογικής διαχείρισης, των εξαιρετικών αρμοδιοτήτων του άρθρου 45 του ν. 4531/2018 δεν μετέτρεψε αυτόν σε επιχειρηματικό φορέα ανταγωνιστικό των λειτουργούντων στο πλαίσιο της αγοράς φορέων συλλογικής διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων και, ως εκ τούτου, οι σχετικές διατάξεις του εν λόγω νόμου δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, (πρβλ. ΣτΕ 3316/2013, 231/2011) απορριπτομένου ως αβασίμου του περί του αντιθέτου λόγου ακυρώσεως. Περαιτέρω, από την προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού σε συνδυασμό και με τα στοιχεία του φακέλου, προκύπτει ότι συνέτρεχαν εν προκειμένω οι νόμιμες προϋποθέσεις εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 45 και, συγκεκριμένα α) η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ΑΕΠΙ, η οποία κατείχε δεσπόζουσα θέση στην οικεία αγορά και β) η μη ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων οργανισμών που θα μπορούσαν να αναλάβουν άμεσα και αποτελεσματικά το σύνολο της σχετικής δραστηριότητας.
[…] 15. Επειδή, η προσωρινή ανάθεση, στον ΟΠΙ, λόγω της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του φορέα στον οποίο οι δημιουργοί είχαν αναθέσει τη διαχείριση των πνευματικών τους δικαιωμάτων, της εν λόγω διαχείρισης συνοδευόμενης από τα αναγκαία προνόμια για την αποτελεσματική άσκηση των σχετικών αρμοδιοτήτων, δεν καθιστούν τον φορέα αυτόν επιχείρηση επιφορτισμένη με τη συλλογική διαχείριση κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων της ΣΛΕΕ. Κατά συνέπεια, οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι η ανάθεση της επίδικης δραστηριότητας στον ΟΠΙ οδηγεί σε κίνδυνο κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης και νόθευσης της δομής της αγοράς, επηρεάζει δε τις διασυνοριακού χαρακτήρα συναλλαγές των ημεδαπών οργανισμών με άλλους οργανισμούς, κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων της ΣΛΕΕ, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 9 και 10 ο ΟΠΙ, κατά την άσκηση της έκτακτης διαχείρισης, δεν καθίσταται επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση στην αγορά και, επομένως, δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω η διάταξη του ως άνω άρθρου 102 ΣΛΕΕ, περαιτέρω δε, δεν εφαρμόζεται ούτε το άρθρο 106 της ίδιας Συνθήκης, (πρβλ. ΣτΕ 1976/2013).
[…] 17. Περαιτέρω, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις αντίκεινται στις διατάξεις του ν. 4481/2017, με τις οποίες μεταφέρθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη οι αντίστοιχες ρυθμίσεις της οδηγίας 2014/26/ΕΕ, δεδομένου ότι η λειτουργία και η δομή της ΕΥΕΔ του ΟΠΙ δεν ανταποκρίνονται στις νόμιμες απαιτήσεις που προβλέπονται για τους φορείς διαχείρισης τέτοιων δικαιωμάτων. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το επίδικο πλαίσιο έκτακτης και προσωρινής συλλογικής διαχείρισης, το οποίο θεσπίσθηκε με το άρθρο 45 του ν. 4531/2018 και τέθηκε σε εφαρμογή με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη, επιτρέπει κατ’ εξαίρεση την άσκηση αρμοδιοτήτων συλλογικής διαχείρισης από τον αρμόδιο εθνικό φορέα, που λειτουργεί ως κοινωφελές ν.π.ι.δ., δηλαδή εν προκειμένω τον ΟΠΙ. Όπως δε εκτίθεται ανωτέρω στις σκέψεις 9 και 10, ο ΟΠΙ δεν συνιστά οργανισμό συλλογικής διαχείρισης και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει ως προς την οργάνωση, τη δομή και λειτουργία του στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 του ν. 4481/2017 και το αντίστοιχο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 της οδηγίας 2014/26, στο οποίο εμπίπτουν οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης. Επομένως, δεν απαιτείται να πληροί ως προς την προστασία των δικαιωμάτων των δικαιούχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας τις προϋποθέσεις που θεσπίζει η ανωτέρω οδηγία και ο ν. 4481/2017.
[…]
Διά ταύτα
Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
Δέχεται τις παρεμβάσεις, κατά τα ειδικότερον αναφερόμενα στο αιτιολογικό (σκ. 19).
[…] Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Οκτωβρίου 2019
[…] και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 19ης Μαΐου 2020.»
Επιμέλεια: Δρ. Θεόδωρος Χίου, Δικηγόρος Διανοητικής Ιδιοκτησίας, Ψηφιακών Τεχνολογιών και Καινοτομίας (Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.)
Πηγή: ΤΝΠ Νόμος
Photo credit: Logo vector created by freepik - www.freepik.com
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ:
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ Η ΚΥΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΥΕΔ ΣΤΗΝ ΕΔΕΜ
«ΘΕΡΜΟΣ» ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ
ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑ-ΕΥΕΔ ΕΠΟΧΗ: ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΕΥΕΔ
- Λεπτομέρειες
H διαδικτυακή προτεραιότητα δεν υπερισχύει της αρχής της χρονικής προτεραιότητας που διέπει το δίκαιο βιομηχανικής ιδιοκτησίας
Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Τμήμα Ειδικό Εμπορικό) 2923/2015
Α΄ δημοσίευση: IPrigths.GR
- Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ σήματος και διακριτικού γνωρίσματος ισχύει ο κανόνας prior in tempore potior in iure.
- Το διακριτικό γνώρισμα υπερισχύει του σήματος εφόσον η χρησιμοποίησή του στις συναλλαγές προηγήθηκε της καταχώρησης σήματος
- Το όνομα περιοχής (domain name) μίας επιχείρησης αντιστοιχεί σε διακριτικό γνώρισμα του άρθρου 13 παρ. 1 εδ. 1 του ν. 146/1914. Όταν συνιστά «ψηφιακό τόπο» παροχής υπηρεσιών από εικονικό κατάστημα που παρέχει υπηρεσίες, μπορεί να αποτελεί και διακριτικό γνώρισμα του άρθρου 13 παρ. 3 ν. 146/1914 [διασχηματισμός]. Μπορεί ακόμα να αποτελεί επωνυμία μιας επιχείρησης, αν αυτή δραστηριοποιήθηκε για πρώτη φορά στο διαδίκτυο.
- Η καταχώριση ενός διακριτικού γνωρίσματος στο διαδίκτυο δεν παρέχει οποιοδήποτε προβάδισμα έναντι των μη καταχωρημένων σε αυτό διακριτικών γνωρισμάτων και το αντίστροφο.
- Η χρήση διακριτικού γνωρίσματος από αδειούχο δεν δύναται να θεμελιώσει δικαίωμα αντιτάξιμο κατά του δικαιούχου αυτού
Λέξεις-κλειδιά: Εμπορικό Σήμα, Κοινοτικό Σήμα, Δικαστήρια Κοινοτικών Σημάτων, προσβολή σήματος, ταυτότητα σήματος, ομοιότητα σήματος, ομοιότητα προϊόντων, κίνδυνος σύγχυσης, διακριτικό γνώρισμα, εμπορική επωνυμία, άδεια χρήσης διακριτικών γνωρισμάτων, κατάργηση ονομάτων χώρου (domain name), διαγραφή domain name, σύγκρουση διακριτικών γνωρισμάτων
Κρίσιμες διατάξεις: Κανονισμός Κοινοτικού Σήματος 207/2009, άρ. 1, 4, 9, 14∙ Ν. 2943/2001, άρ. 6-11∙ Ν. 146/1914, αρ. 1, 13∙ Ν. 213/1975, αρ. 8.
- Λεπτομέρειες
Λόγω Εκτέλεσης μη Εκπροσωπούμενου Μουσικού Ρεπερτορίου σε Κατάστημα Υγειονομικού Ενδιαφέροντος (καφετέρια)
Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης 5653/2017 (Ασφ).
Α’ Δημοσίευση: ΙPrights.GR
Οι εισφορές καλλιτεχνών που ερμηνεύουν ή εκτελούν μουσικά έργα και οι παραγωγοί των υλικών φορέων ήχου χρειάζονται προστασία (με συγγενικά δικαιώματα), ώστε (αυτές) να μη γίνονται αντικείμενο οικειοποίησης και εκμετάλλευσης από τρίτους.
- Λεπτομέρειες
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Ν.Σ.Κ. (Ε’ ΤΜΗΜΑ) 293/2015
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ 8ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015
(Δημοσιευμένη στον Ιστότοπο του ΝΣΚ-www.nsk.gr)
- Λεπτομέρειες
Δεν συνιστά παρουσίαση έργων στο κοινό η υπό κρίση τοποθέτηση υπερσυνδέσμων, διότι αφενός δεν υπήρχε νέο κοινό και αφετέρου ο τοποθετών τους υπερσυνδέσμους δεν γνώριζε τον παράνομο χαρακτήρα της αρχικής μετάδοσης και δεν ενήργησε με σκοπό κερδοσκοπίας.
Εφετείο Αθηνών 1909/2017 (Τμήμα 18ο)
Η διάταξη του άρθρου 3 Ν. 2121/1993 είναι σύμφωνη με το κοινοτικό κεκτημένο (άρθρο 3 παρ. 1 Οδηγία 2001/29 «Infosoc»)
Η τοποθέτηση υπερσυνδέσμων προς ελευθέρως διαθέσιμα προστατευόμενα έργα συνιστά παρουσίαση στο κοινό εφόσον αγγίζεται «νέο» κοινό, δηλαδή κοινό που δεν ελήφθη υπόψη από τους κατόχους του δικαιώματος του δημιουργού, όταν επέτρεψαν την αρχική παρουσίαση στο κοινό. Το ίδιο ισχύει και για συνδέσμους που χρησιμοποιούν την τεχνική διαδικασία της πλαισίωσης «framing».
Στην περίπτωση που ο διαχειριστής ιστότοπου στο διαδίκτυο τοποθετεί υπερσύνδεσμο που παραπέμπει τον χρήστη σε άλλον ιστότοπο, προσβάσιμο από το σύνολο των χρηστών, όπου το πνευματικό έργο διατίθεται στο κοινό χωρίς άδεια του δημιουργού, προκειμένου να κριθεί εάν πρόκειται ή όχι για παρουσίαση στο κοινό με την έννοια της άνω διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1, θα πρέπει να γίνει διάκριση, κατά περίπτωση, εάν ο διαχειριστής του υπερσυνδέσμου αυτού ενήργησε χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό, χωρίς να γνωρίζει ούτε να μπορεί ευλόγως να γνωρίζει τον παράνομο χαρακτήρα της δημοσίευσης του πνευματικού έργου στον ιστότοπο στον οποίο παραπέμπει τον χρήστη ή εάν, αντιθέτως, ενήργησε με κερδοσκοπικό σκοπό, οπότε η γνώση του παράνομου χαρακτήρα πρέπει να τεκμαίρεται.
Λέξεις-κλειδιά: Πνευματική Ιδιοκτησία, παρουσίαση στο κοινό, υπερσύνδεσμοι, Svensson (C‑466/12), BestWater, (C‑348/13), GS Media (C‑160/15).
Κρίσιμες διατάξεις: Ν. 2121/1993, άρθρο 3, Οδηγία 2001/29, άρθρο 3 παρ. 1, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 534 • Αποφάσεις ΔΕΕ Svensson (C‑466/12), BestWater, (C‑348/13), GS Media (C‑160/15).
- Λεπτομέρειες
Η ποινική διάταξη του άρθρου 66 παρ. 5 εδ. β΄ και γ΄ του Ν. 2121/1993 είναι λευκός ποινικός νόμος.
Άρειος Πάγος (Ζ’ Ποινικό Τμήμα) 671/2015
(άγνωστοι διάδικοι)
(Δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)
Α΄ δημοσίευση Περίληψης: IPrigths.GR
Η ποινική πρόβλεψη του εγκλήματος του άρθρου 66 παρ. 5 β’ και γ’ του Ν. 2121/1993 είναι ασαφής και δεν πληροί την απαιτουμένη ακρίβεια και βεβαιότητα της ποινικής προβλέψεως που αξιώνεται από το άρθρο 7 του Συντάγματος και από άρθρο 1 του Ποινικού Κώδικα, καθότι οι προδιαγραφές της ποινικής αξιολογήσεως των πράξεων κατασκευής, εισαγωγής, χρήσεως, θέσεως σε κυκλοφορία και κατοχής με σκοπό τη θέση σε κυκλοφορία συσκευών ή άλλου υλικού αναπαραγωγής έργου, δεν περιγράφονται στον εν λόγω νόμο, αλλά ούτε και έχουν εξειδικευτεί με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται λευκός ποινικός νόμος.
Λέξεις-κλειδιά: Πνευματική ιδιοκτησία, Λευκός ποινικός νόμος, Nullum crimen nulla poena sine lege, Ποινικό Δίκαιο, Ποινικές Κυρώσεις, Υλικό αναπαραγωγής έργων, Προδιαγραφές, αποκωδικοποιητές δορυφορικού σήματος, Κανονική εκμετάλλευση της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων.
Κρίσιμες διατάξεις: άρ. 59 και 66 παρ. 5 Ν. 2121/1993, άρ. 1 και 14 Ποινικού Κώδικα, άρ. 7 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, άρ. 15 του ΔΣΑΠΔ του ΟΗΕ
- Λεπτομέρειες
Το πρακτικό εξώδικου συμβιβασμού με το οποίο ακυρώνεται η μεταφορά της ΑΕΠΙ στην Κύπρο πρέπει να καταχωρηθεί στο ΓΕ.ΜΗ.
Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 112/2017
(Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
A’ Δημοσίευση Περίληψης: IPrights.GR
- Το αρμοδίως επικυρωμένο πρακτικό εξώδικου συμβιβασμού εξομοιώνεται με δικαστική απόφαση ως προς τα αποτελέσματά του
- Δεν αποδείχθηκε ότι η ΑΕΠΙ συνιστούσε οριστικώς εγγεγραμμένη εταιρεία Κύπρου
Λέξεις-κλειδιά: ΑΕΠΙ, ΑΕΠΙ ΛΙΜΙΤΕΔ, Κύπρος, αλλαγή έδρας, ΓΕ.ΜΗ.
Κρίσιμες διατάξεις: άρ. 54 Ν. 2121/1993, άρ. 214Α ΚΠολΔ.
- Λεπτομέρειες
Άρειος Πάγος (Α1' Πολιτικό Τμήμα) 1065/2014
(άγνωστοι διάδικοι)
(Δημοσιευμένη σε ΤΝΠ Ισοκράτης)
- Η εν ζωή μεταβίβαση του περιουσιακού δικαιώματος και των επί μέρους εξουσιών επί ενός προστατευόμενου έργου διέπεται ευθέως από τις σχετικές διατάξεις του ν. 2121/1993 και αναλογικά και συμπληρωματικά από τις διατάξεις περί εκχώρησης (άρθρα 455 επ. και 470 ΑΚ).
- Οι διατάξεις του ΑΚ περί καλόπιστης κτήσης κινητών (άρ. 1034 επ.) και χρησικτησίας (άρ. 1041 επ.) δεν εφαρμόζονται αναλογικά επί περιουσιακών δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
- Στο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν ισχύει η αρχή της καλόπιστης κτήσης και το φαινόμενο δικαίου που απορρέει από το εξωτερικό στοιχείο της κατοχής, ούτε προέχει ως σκοπός η προστασία των συναλλαγών, όπως συμβαίνει στον χώρο του εμπράγματου δικαίου, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η αναλογική εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, η οποία δεν θα παρείχε επαρκή προστασία στον πνευματικό δημιουργό ιδίως υπό τα σύγχρονα δεδομένα της δυναμικής και πολύπλοκης τεχνολογικής εξέλιξης των συναλλαγών στον χώρο της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Λέξεις-κλειδιά: Πνευματική Ιδιοκτησία, Οπτικοακουστικά έργα, Κινηματογραφική Ταινία, Χρησικτησία, Μεταβίβαση περιουσιακών δικαιωμάτων, Εκχώρηση, Καλόπιστη κτήση, διαχρονικό δίκαιο.
Κρίσιμες διατάξεις: άρ. 3, 9, 12, 13, 17, 34 και 68 Ν. 2121/1993∙ άρ. 455 επ., 470, 1034 επ. Αστικού Κώδικα.
Γεγονότα:
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 ένας σκηνοθέτης και ένας μοντέρ ίδρυσαν μία ομόρρυθμη εταιρεία παραγωγής και εκμετάλλευσης κινηματογραφικών ταινιών. Την ίδια περίοδο η ως άνω εταιρεία παρήγαγε την γνωστή ταινία "Η Λίζα το' σκασε". Ο σκηνοθέτης, ως πρωτογενής δικαιούχος των πνευματικών δικαιωμάτων επί της ταινίας αυτής μεταβίβασε όλα τα δικαιώματά του στην παραγωγό εταιρεία απεκδυόμενος έκτοτε κάθε περιουσιακού δικαιώματος επ' αυτής.
Οι αναιρεσίβλητοι τυγχάνουν συνδικαιούχοι του συνόλου των περιουσιακών δικαιωμάτων επί της ταινίας αυτής, συνεπεία διαδοχικών μεταβιβάσεων από την παραγωγό εταιρεία. Με αυτή την ιδιότητα ενήγαγαν τον πρώτο αναιρεσείοντα, για την εκμετάλλευση του έργου χωρίς την άδειά τους. Ο τελευταίος επικαλείται ιδία κυριότητα επί του έργου, η οποία προκύπτει από τη σε αυτόν μεταβίβαση του συνόλου των περιουσιακών δικαιωμάτων από τον ίδιο τον σκηνοθέτη της ταινίας και τον συνέταιρο αυτού.
Το Εφετείο έκρινε ότι οι αναιρεσιβλητοι έχουν καταστεί συγκύριοι εξ αδιαιρέτου όλων των περιουσιακών δικαιωμάτων της αναφερομένης κινηματογραφικής ταινίας συνεπεία της κατ’ άρθρο 1034 Α.Κ. καλόπιστης κτήσης, αλλά και κατ’ άρθρο 1041 Α.Κ. σε συνδυασμό με 1045 Α.Κ., ήτοι με τακτική χρησικτησία. Οι εναγόμενοι και ήδη αναιρεσείοντες άσκησαν αναίρεση κατά της εφετειακής απόφασης και ο Άρειος Πάγος έκρινε και αποφάσισε ως εξής:
Η απόφαση:
«[…] Κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 2121/1993 (για την πνευματική ιδιοκτησία και τα συγγενικά δικαιώματα), ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης η επιστήμης, το οποίο εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή και εμφανίζει ιδιαίτερη ατομικότητα οφειλόμενη στην προσωπική συμβολή του δημιουργού, που το διαφοροποιεί από όσα προϋπάρχουν ως προς το περιεχόμενο ή και τη μορφή του. Εφόσον υπάρχουν οι παραπάνω όροι, ο νόμος προστατεύει το έργο ως άυλο αγαθό (όχι ως υλικό αντικείμενο καθαυτό που ενσωματώνει το πνευματικό δημιούργημα) και μόνο σε σχέση με τη συγκεκριμένη μορφή που έδωσε σ' αυτό ο δημιουργός του. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 6 του ν. 2121/1993, ο πνευματικός δημιουργός με τη δημιουργία του έργου αποκτά πρωτογενώς και αυτοδικαίως (χωρίς τυπικές διατυπώσεις) το αποκλειστικό και απόλυτο δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου και το δικαίωμα προστασίας του προσωπικού του δεσμού μ' αυτό (περιουσιακό και ηθικό δικαίωμα, αντίστοιχα).
Εξάλλου, το περιουσιακό δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας παρέχει, μεταξύ άλλων, στον δημιουργό την εξουσία για εγγραφή και αναπαραγωγή του έργου με κάθε μέσο και τη θέση αυτού σε κυκλοφορία (άρθρο 3 παρ. 1 περ. α' και δ' ν. 2121/93). Έγγραφη είναι η (χρονικά προγενέστερη και διακεκριμένη από την αναπαραγωγική φάση πολλαπλασιασμού του έργου) πρώτη υλική ενσωμάτωση του έργου πάνω σε υλικό φορέα (π.χ. το αποκαλούμενο "negative" σειράς εικόνων και ήχου κινηματογραφικής ταινίας), ο οποίος αποτελεί τη βάση για την αναπαραγωγή του έργου σε αντίτυπα με προορισμό συνήθως τη δημόσια χρήση. Το δικαίωμα θέσης του έργου σε κυκλοφορία αναφέρεται μόνο σε ενσώματα αντικείμενα (πρωτότυπο έργου μοναδικής ενσωμάτωσης ή αντίτυπα έργων), περιλαμβάνει τις πράξεις, με τις οποίες το έργο γίνεται προσιτό στο κοινό (κυρίως διάδοση και διανομή) και υλοποιείται με τη μεταβίβαση της κυριότητας του υλικού φορέα της πρώτης εγγραφής που ενσωματώνει το έργο ή, ιδίως, της κυριότητας των αντιτύπων αυτού σε τρίτους, καθώς και με τα άλλα μέσα κυκλοφορίας, που προβλέπονται στο άρθρο 3 του ν. 2121/93, η δε μεταβίβαση της κυριότητας, του εν λόγω υλικού φορέα ενσωμάτωσης του έργου (πρωτότυπου, αντίγραφου ή αντίτυπου) δεν επιφέρει μεταβίβαση του περιουσιακού δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας στον κτήτορα και δεν παρέχει σ' αυτόν εξουσίες εκμετάλλευσης του έργου, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία με τον δημιουργός (άρθρο 17 ν. 2121/93). Το περιουσιακό δικαίωμα είναι ελεύθερα μεταβιβαστό και η αξιοποίησή του γίνεται είτε με συστατική μεταβίβαση όλων των επί μέρους εξουσιών του σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο γίνεται έτσι μόνος δικαιούχος με αντίστοιχη αποξένωση του δημιουργού από αυτές, είτε με συμβάσεις ή με άδειες εκμετάλλευσης συγκεκριμένων εξουσιών του περιουσιακού δικαιώματος, οι οποίες μπορεί να συμφωνηθούν ως αποκλειστικές ή όχι και με τις οποίες ο τρίτος αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση (σύμβαση εκμετάλλευσης) ή αποκτά απλώς το δικαίωμα (άδεια εκμετάλλευσης) να ασκήσει τις αντίστοιχες εξουσίες (άρθρα 12 και 14 ν. 2121/93). Στην περίπτωση μεταβίβασης όλων επιμέρους εξουσιών του περιουσιακού δικαιώματος για την πραγμάτωση του σκοπού σχετικής μεταβιβαστικής σύμβασης, δεν απαιτείται συναίνεση του δημιουργού του έργου για τις περαιτέρω μεταβιβάσεις εξουσιών του περιουσιακού δικαιώματος από τον νέο δικαιούχο προς τρίτους. Αντίθετα, απαιτείται η συναίνεση του δημιουργού για εν ζωή μεταβιβάσεις τέτοιων εξουσιών προς τρίτους από όσους ανέλαβαν την εκμετάλλευση ή απέκτησαν δυνατότητα εκμετάλλευσης του περιουσιακού δικαιώματος με αντίστοιχη σύμβαση ή άδεια εκμετάλλευσης (άρθρο 13 ν. 2121/93).
Οι δικαιοπραξίες που αφορούν την άσκηση του ηθικού ή τη μεταβίβαση, την ανάθεση και την άδεια εκμετάλλευσης του περιουσιακού δικαιώματος είναι τυπικές και η μη τήρηση του εγγράφου τύπου επιφέρει σχετική ακυρότητα, την οποία μπορεί να επικαλεστεί μόνο ό πνευματικός δημιουργός, ενώ αναπτύσσουν πλήρη ενέργεια μέχρι να γίνει επίκληση της ακυρότητάς τους (άρθρο 14 ν. 2121/93). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 68 παρ. 3 του ν. 2121/93, έχουν υπαχθεί στην εφαρμογή του εν λόγω νόμου, μετά την πάροδο έτους αφότου τέθηκε σε ισχύ (ήτοι από 4-3-1994) και εκείνες από τις παραπάνω δικαιοπραξίες που είχαν καταρτιστεί πριν από τη δημοσίευσή του από τον πνευματικό δημιουργό, στην προστασία του οποίου αποσκοπεί σχετική διάταξη. Η αναδρομικότητα, όμως, αυτή του νέου νόμου δεν αφορά και τον τύπο των σχετικών δικαιοπραξιών, ενόψει της γενικότερης αρχής του διαχρονικού δικαίου, ότι ο τύπος των συμβάσεων εξακολουθεί να διέπεται από το δίκαιο που ίσχυε κατά την κατάρτιση τους από την οποία αρχή, παρά τη γενικότητα της σχετικής διάταξης, δεν προκύπτει ότι έχει αποστεί ο νέος νομοθέτης.
Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 9 και 34 του ν. 2121/93, ως πνευματικός δημιουργός του οπτικοακουστικού έργου τεκμαίρεται ο σκηνοθέτης, ο οποίος, με σύμβαση οπτικοακουστικής παραγωγής μεταξύ αυτού και του παραγωγού του έργου (δηλαδή του φυσικού ή νομικού προσώπου, με πρωτοβουλία και ευθύνη του οποίου πραγματοποιείται η πρώτη εγγραφή σε υλικό φορέα σειράς ήχου ή σειράς εικόνων με ή χωρίς ήχο, κατά το άρθρο 47 παρ. 2 ν. 2121/93), μεταβιβάζει στον τελευταίο συγκεκριμένες εξουσίες από το περιουσιακό δικαίωμα, οι οποίες πρέπει να ορίζονται στη σύμβαση και οι οποίες μπορεί και. να εξαντλούν το περιεχόμενο του περιουσιακού δικαιώματος. Σε αντίθετη περίπτωση, μεταβιβάζονται στον παραγωγό μόνο-όσες εξουσίες από το περιουσιακό δικαίωμα είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευση του οπτικοακουστικού έργου, με βάση τον σκοπό της σύμβασης. Το οπτικοακουστικό έργο θεωρείται περατωμένο όταν εγκριθεί από τον πνευματικό δημιουργό το πρότυπο παραγωγής αντιτύπων για την εκμετάλλευσή του, το οποίο, στην περίπτωση κινηματογραφικής ταινίας, είναι ο υλικός φορέας πρώτης υλικής ενσωμάτωσης του έργου, δηλαδή το "negative" σειράς εικόνων και ήχου αυτής.
Εξάλλου, η εν ζωή μεταβίβαση του υλικού φορέα μοναδικής ενσωμάτωσης του έργου, του υλικού φορέα του πρωτοτύπου και των αντιτύπων του διέπεται ευθέως από τις οικείες διατάξεις του Αστικού Κώδικα, ανάλογα με τη φύση του έργου ως κινητού ή ακινήτου (άρθρα 1033 επ. κλπ.). Η εν ζωή, όμως, μεταβίβαση του περιουσιακού δικαιώματος επί του έργου και των επί μέρους εξουσιών από αυτό διέπεται ευθέως από τις οικείες διατάξεις του ν. 2121/1993 και αναλογικά και συμπληρωματικά από τις διατάξεις της εκχώρησης (άρθρα 455 επ. 470 ΑΚ). Η ρύθμιση των εν λόγω διατάξεων προσιδιάζει στη φύση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ως απολύτου και αποκλειστικού δικαιώματος επί άυλου αγαθού, του οποίου η γέννηση και άσκηση δεν συνδέεται με κανέναν τύπο δημοσιότητας και ευνοεί το συμφέρον του πνευματικού δημιουργού, στο οποίο πρωτίστως αποσκοπούν οι διατάξεις του ν. 2121/93, χωρίς να προκαλείται από την αναλογική εφαρμογή τους διατάραξη της ασφάλειας των συναλλαγών στο πεδίο της πνευματικής ιδιοκτησίας, η προστασία της οποίας υπηρετείται θεσμικά ιδίως με το τεκμήριο δημιουργού/δικαιούχου (άρθρο 10 ν. 2121/93) και με την αρχή της εξάντλησης ή ανάλωσης του δικαιώματος του δημιουργού/δικαιούχου να θέσει, σε κυκλοφορία αντίτυπο του έργου (άρθρο 41 ν. 2121/93). Αντίθετα δεν είναι αναλογικά εφαρμοστέες οι διατάξεις των άρθρων 1034 επ. ΑΚ, καθόσον στο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν υπάρχει η αρχή της καλόπιστης κτήσης και το φαινόμενο δικαίου από το εξωτερικό στοιχείο της κατοχής, όπως συμβαίνει στον χώρο του εμπράγματου δικαίου, ούτε προέχει ως σκοπός η προστασία των συναλλαγών, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί η αναλογική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, η οποία δεν θα παρείχε επαρκή προστασία στον πνευματικό δημιουργό ιδίως υπό τα σύγχρονα δεδομένα της δυναμικής και πολύπλοκης τεχνολογικής εξέλιξης των συναλλαγών στον χώρο της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η δε διατύπωση του άρθρου 3 παρ. 1 του ν. 2121/93 (για εξουσία θέσης σε κυκλοφορία του πρωτοτύπου ή αντιτύπων του έργου με μεταβίβαση της κυριότητάς τους σε τρίτους), αναφερόμενη αποκλειστικά σε μεταβίβαση ενσώματων αντικειμένων ως τρόπου υλοποίησηw της εξουσίας για θέση σε κυκλοφορία του έργου και όχι ως τρόπου μεταβίβασης καθαυτού του δικαιώματος σε τρίτο, υποδηλώνει μάλλον αρνητική θέση του νομοθέτη για τη θεωρητική και νομολογιακής άποψη, που δέχεται την αναλογική εφαρμογή των άρθρων 1034 επ. ΑΚ σε περιπτώσεις μεταβίβασης του περιουσιακού δικαιώματος. Συνακολούθως δεν είναι νομικά δυνατή η απόκτηση του περιουσιακού δικαιώματος ή επί μέρους εξουσιών αυτού από καλόπιστο τρίτο ή με χρησικτησία.
Τέλος, η ιδιαίτερη κανονιστική αρχή του σκοπού της μεταβίβασης ή της σύμβασης, που καθιερώθηκε με το άρθρο 15 παρ. 4 του ν. 2121/93, ότι δηλαδή ο δημιουργός, εν αμφιβολία μεταβιβάζει περιουσιακά δικαιώματα επί του έργου του μόνο στην έκταση που είναι αναγκαία για την πραγμάτωση του σκοπού της σύμβασης, προηγείται των γενικών ερμηνευτικών κανόνων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, αλλά έπεται των ειδικών ερμηνευτικών κανόνων του ν. 2121/93, όπως είναι οι κανόνες του άρθρου 34 παρ. 1 (ότι στη σύμβαση οπτικοακουστικής παραγωγής μεταβιβάζονται στον παραγωγό μόνο όσες εξουσίες από το περιουσιακό δικαίωμα είναι αναγκαίες για την εκμετάλλευση του οπτικοακουστικού έργου), καθώς και ο ερμηνευτικός κανόνας του άρθρου 15 παρ. 2, ότι δηλαδή η διάρκεια των μεταβιβάσεων του περιουσιακού δικαιώματος ή των συμβάσεων ή αδειών εκμετάλλευσης αυτού θεωρείται πενταετής, εάν ο χρόνος ισχύος τους δεν καθορίζεται σ' αυτές ή δεν προκύπτει από τα συναλλακτικά ήθη. Ως σκοπός της σύμβασης νοείται αυτός που επιδιώκουν από κοινού τα συμβαλλόμενα μέρη, η δε σχετική αρχή δεν θίγει την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων και δεν έχει εφαρμογή, όταν η βούληση των μερών είναι αναμφίβολη. Ο ερμηνευτικός κανόνας του άρθρου 15 παρ. 3 αποσκοπεί στην προστασία του πνευματικού δημιουργού (και όχι τρίτων που απέκτησαν συμβατικά το περιουσιακό δικαίωμα ή συγκεκριμένες εξουσίες του από αυτόν) και έχει εφαρμογή και σε σχετικές συμβάσεις που καταρτίστηκαν πριν από τη θέσπιση του ν. 2121/93 (άρθρο 68 παρ. 3), μεταξύ του πνευματικού δημιουργού και τρίτων, οι οποίες, αν ο χρόνος ισχύος τους δεν ορίζεται σ' αυτές ή δεν προκύπτει από τα συναλλακτικά ήθη, παύουν να ισχύουν μετά πενταετία αφότου άρχισε να ισχύει γι' αυτές ο ν. 2121/93, δηλαδή από 4-3-1994.
[…] Οι προαναφερόμενες ουσιαστικές παραδοχές του Εφετείου, ότι οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητοι έχουν γίνει συνδικαιούχοι εξ αδιαιρέτου όλων των εξουσιών του περιουσιακού δικαιώματος επί της ένδικης κινηματογραφικής ταινίας με διαδοχικές συμβατικές μεταβιβάσεις αυτού και αρχική τη μεταβίβαση από τον πνευματικό δημιουργό και σκηνοθέτη αυτής, Σ. Κ., συνιστούν, κατά ορθή νομική υπαγωγή στις αναλογικά εφαρμοστέες διατάξεις των άρθρων 455 επ. και 470 ΑΚ (και όχι εκείνες των άρθρων 1034 επ. ΑΚ, που εσφαλμένα δέχτηκε το Εφετείο) νόμιμους τρόπους συμβατικής μεταβίβασης όλων των εξουσιών του περιουσιακού δικαιώματος, επί της κινηματογραφικής ταινίας από τους εκάστοτε δικαιοπαρόχους προς τους εκάστοτε δικαιοδόχους αυτής μέχρι τους ενάγοντες. Επομένως, η κρίση του Εφετείου, ότι οι ενάγοντες έγιναν συνδικαιούχοι εξ αδιαιρέτου του (άυλου) περιουσιακού δικαιώματος επί της ταινίας με διαδοχικές συμβατικές μεταβιβάσεις και η θεμελίωση σ' αυτή την κρίση της απόφασής του για απόρριψη της έφεσης και επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης, που δέχτηκε την αγωγή, είναι κατ' αποτέλεσμα ορθή. Αντίθετα, η κρίση του Εφετείου, ότι οι ενάγοντες έγιναν συνδικαιούχοι του περιουσιακού δικαιώματος επί της ταινίας και με τακτική χρησικτησία, κατά αναλογική εφαρμογή των άρθρων 1034 επ. ΑΚ είναι εσφαλμένη. Δεν θίγεται, όμως, το κύρος του διατακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης, το οποίο στηρίζεται αυτοτελώς και αποτελεσματικά στη βάση της συμβατικής μεταβίβασης του περιουσιακού δικαιώματος στους ενάγοντες, για την εγκυρότητα της οποίας δεν ήταν αναγκαία συναίνεση του πνευματικού δημιουργού, αφού, όπως ανέλεγκτα δέχτηκε η εφετειακή απόφαση, ο τελευταίος μεταβίβασε στη δικαιοδόχο του εταιρεία και παραγωγό της ταινίας όλες τις εξουσίες του περιουσιακού του δικαιώματος επί της ταινίας και αποξενώθηκε πλήρως εφεξής από αυτό, και δεν πρόκειται απλώς για σύμβαση ή άδεια εκμετάλλευσης του περιουσιακού δικαιώματος, οπότε θα ήταν αναγκαία η συναίνεσή του για τις μεταγενέστερες μεταβιβάσεις. Επομένως, ο 1ος λόγος αναίρεσης από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση παραβίαση των άρθρων 1034, 1036 και 1045 ΑΚ, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, ως προς το μέρος πού το διατακτικό της απόφασης του δικαστηρίου της ουσίας θεμελιώνεται στη βάση της τακτικής χρησικτησίας. Ενώ, ως προς το μέρος που το διατακτικό της θεμελιώνεται στη βάση της συμβατικής μεταβίβασης στους ενάγοντες του περιουσιακού δικαιώματος επί της ταινίας, εσφαλμένη είναι μόνο η αιτιολογία ότι αναλογικά εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις των άρθρων 1034 επ. ΑΚ, η οποία αντικαθίσταται, κατά το άρθρο 578 ΚΠολΔ, με την προαναφερόμενη ορθή (ότι στις ένδικες μεταβιβάσεις έχουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις 455 επ., 470 ΑΚ), ο ίδιος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Επίσης απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο ίδιος λόγος και ως προς την αιτίαση, ότι η μεταβιβαστική σύμβαση που επικαλούνται οι ενάγοντες με τον δημιουργό της ταινίας έπαυσε να ισχύει μετά πενταετία αφότου άρχισε να ισχύει και για τις προγενέστερες συμβάσεις ο ν. 2121/93) επειδή ο σχετικός ερμηνευτικός κανόνας του άρθρου 15 παρ. 2 του ν. 2121/93 αποσκοπεί στην προστασία του πνευματικού δημιουργού και όχι των τρίτων δικαιοδόχων του, αλλά και επειδή, όπως δέχτηκε ανέλεγκτα το Εφετείο, με την αρχική μεταβιβαστική σύμβαση ο δημιουργός της ένδικης κινηματογραφικής ταινίας μεταβίβασε προς την παραγωγό αυτής εταιρεία όλες τις εξουσίες από το περιουσιακό δικαίωμα και ο ίδιος αποξενώθηκε εφεξής πλήρως και οριστικά από αυτό, μη αφήνοντας έτσι καμία αμφιβολία ως προς τη διάρκεια της σύμβασης, ώστε να μπορεί να έχει πεδίο λειτουργίας ο σχετικός ερμηνευτικός κανόνας. Σημειώνεται ότι για την (ορθή) κρίση της εφετειακής απόφασης και το αντίστοιχο κεφάλαιο αυτής, με το οποίο οι 2ος και 3ος των αρχικά εναγόντων, Δ. Π. και Δ. Λ., αναγνωρίστηκαν ως συγκύριοι κατά 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας του υλικού φορέα πρώτης ενσωμάτωσης της ταινίας (negative), με παράγωγο και πρωτότυπο τρόπο, κατά ευθεία εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1034 επ. ΑΚ, δεν υπάρχει αναιρετική αιτίαση. […]
[…]
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ […]
Απορρίπτει […] την αίτηση για αναίρεση της απόφασης 5919/2011 του Εφετείου Αθηνών. […] ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 7 Απριλίου 2014. Και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 14 Μαΐου 2014.»