ΑΠΘ

Εισήγηση του Θεόδωρου Χίου, Δρ Νομικής-Δικηγόρου, στην Ημερίδα Εργασίας με τίτλο «Αναβάθμιση του μεταφραστικού επαγγέλματος σε Ελλάδα και Κύπρο και πνευματικά δικαιώματα», που διοργανώθηκε από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα την Πέμπτη 7 Απριλίου 2016, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Η παρουσίαση της Εισήγησης είναι διαθέσιμη εδώ.

 

Ι. Εισαγωγή

Η μετάφραση είναι ταυτόχρονα επιστήμη, δεξιότητα και τέχνη. Είναι επιστήμη, διότι η μεθοδολογία της μπορεί να μελετηθεί και να περιγραφεί συστηματικά. Είναι δεξιότητα, διότι το επίπεδο της μετάφρασης εξαρτάται από την εμπειρία του μεταφραστή. Είναι τέχνη, διότι μόνον ένας καλλιτέχνης μπορεί να μεταδώσει αποτελεσματικά κάθε επικοινωνιακή χροιά και πτυχή ενός μηνύματος από μία γλώσσα σε μία άλλη.

Η μετάφραση ως προϊόν (μεταφραστικής) δραστηριότητας [1] είναι λοιπόν ένα έργο επιστημονικό, δεξιοτεχνικό και καλλιτεχνικό, σε διαφορετικά ποσοστά, ανάλογα με το είδος και το περιεχόμενο του αρχικού μεταφραζόμενου κειμένου.

Η παρουσίαση μου έχει τίτλο γενικό. Πνευματικά δικαιώματα και μετάφραση. Αποσκοπεί να παρουσιάσει συνοπτικά το ισχύον στην Ελλάδα νομικό πλαίσιο των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας του μεταφραστή επί του προϊόντος της μεταφραστικής δραστηριότητας, ήτοι του μεταφρασθέντος έργου.

Θα προσπαθήσω να απαντήσω τα εξής βασικά ερωτήματα που απασχολούν τους μεταφραστές αναφορικά με τα πνευματικά δικαιώματα επί του μεταφρασθέντος έργου τους.

-  Τι προστατεύεται;

-  Ποιος προστατεύεται;

-  Πώς προστατεύεται;

-  Τι περιλαμβάνει η προστασία;

-  Το δίκαιο συμβάσεων του μεταφραστή: Θεωρία και Πράξη

Προς το σκοπό αυτό, θα εξετάσω αρχικά την προστασία της μετάφρασης (ΙΙ) και εν συνεχεία την εκμετάλλευση της μετάφρασης (ΙΙΙ).

 

ΙΙ. Η προστασία της μετάφρασης

 

 α) Τι προστατεύεται;

i) Έργο λόγου που αποδίδει ένα κείμενο σε μία άλλη γλώσσα από την αρχική.

Το αντικείμενο προστασίας είναι η μετάφραση όχι ως διανοητική διεργασία και διαδικασία αλλά ως αποτέλεσμα της μεταφραστικής δραστηριότητας, ως προϊόν διανοίας. Η προστατευόμενη από το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας μετάφραση είναι το έργο γραπτού λόγου (κείμενο) το οποίο αποτελεί την απόδοση ενός υφιστάμενου κειμένου από μία γλώσσα, ιδίωμα ή διάλεκτο σε άλλη γλώσσα, χωρίς αλλαγές εκτός από εκείνες που επιβάλλονται από τις γλωσσικές απαιτήσεις και υφολογικές ανάγκες του μεταφρασμένου κειμένου [2]: μετάφραση λογοτεχνικού έργου, επιστημονικού άρθρου, κλπ.

O νόμος αναφέρει ρητά τις μεταφράσεις ανάμεσα στα εν δυνάμει προστατευόμενα έργα (άρθρο 2 παρ. 2 Ν. 2121/1993) (εφεξής η αναφορά αριθμών άρθρων αφορά τον Ν. 2121/1993 εκτός αν ορίζεται διαφορετικά).

ii) Πνευματικό δημιούργημα, προϊόν πνευματικής και δημιουργικής διαδικασίας.

Για την προστασία μίας μετάφρασης από πνευματική ιδιοκτησία απαιτείται προσωπική πνευματική και δημιουργική συμβολή του μεταφραστή.

Έτσι, δεν αποτελεί προστατευόμενο έργο η αυτόματη μετάφραση που πραγματοποιείται από λογισμικό, ιδίως όταν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις είναι ελάχιστες και αγγίζουν τα όρια της απλής επιμέλειας κειμένου (πχ. Googletranslator) [3]. Ομοίως υπολείπονται καταρχήν δημιουργικής διαδικασίας η απλή επιμέλεια ή διόρθωση ενός κειμένου μιας μετάφρασης.

iii) Πρωτότυπη μετάφραση.

Η μετάφραση, πέρα από το γεγονός ότι πρέπει να είναι προϊόν πνευματικής και δημιουργικής συμβολής ενός ανθρώπου, αποτελεί προστατευόμενο έργο εφόσον είναι πρωτότυπη. Σύμφωνα με την κρατούσα θεωρία της «στατιστικής μοναδικότητας» του έργου, η πρωτοτυπία βασίζεται στην κρίση ότι κατά λογική πιθανολόγηση, κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες και με τους ίδιους στόχους κανένας άλλος δημιουργός δεν θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει όμοιο έργο [4], σημαδεύοντας με την προσωπικότητά του το έργο [5].

Περαιτέρω, το κριτήριο της πρωτοτυπίας υπόκειται σε μία σειρά διαβαθμίσεων. Έτσι, μία μετάφραση είναι πρωτότυπη όταν παρουσιάζει ατομική ιδιομορφία και ιδιαιτερότητα [6] ή κάποιο ελάχιστο όριο δημιουργικού ύψους, ώστε να μην συνιστά προϊόν ρουτίνας αλλά να έχει κάποια απόσταση από τα γνωστά [7], καθημερινά και αυτονόητα [8].

 

Η ιδιομορφία του κριτηρίου της πρωτοτυπίας στις μεταφράσεις

Ασφαλώς, η βάση της εργασίας του μεταφραστή είναι ένα υφιστάμενο έργο, πράγμα που οπωσδήποτε περιορίζει τη δημιουργική του ελευθερία. Πάντως, η νοηματική απόδοση του νοήματος ενός έργου λόγου σε μία άλλη γλώσσα απαιτεί αφενός το σεβασμό του αρχικού κειμένου και αφετέρου την προσαρμογή αυτού στις υφολογικές και γλωσσολογικές υπαγορεύσεις μίας άλλης γλώσσας. Έτσι, η πρωτότυπη συμβολή του μεταφραστή εντοπίζεται στην επιλογή των κατάλληλων γλωσσικών στοιχείων και σχημάτων (λέξεις, ύφος, εκφράσεις) που επιτρέπουν την «ισοδύναμη» αλλά και συνεκτική απόδοση του μεταφραζόμενου έργου σε μία άλλη γλώσσα.

Υπό την έννοια αυτή, στερούνται συνήθως πρωτοτυπίας οι μεταφράσεις κειμένων που τα ίδια στερούνται πρωτοτυπίας, όπως οι μεταφράσεις μενού και τιμοκαταλόγων, συστατικών ή οδηγιών χρήσης προϊόντων, πινακίδων και σημάνσεων κλπ [9].

Ομοίως, οι επίσημες μεταφράσεις κειμένων άσκησης πολιτειακής αρμοδιότητας (πχ. η επίσημη μετάφραση ενός νόμου από κρατικό όργανο) (άρ. 2 παρ. 5) δεν αποτελούν προστατευόμενα έργα [10].

iv) Άλλα ζητήματα.

Η προστασία μίας πρωτότυπης μετάφρασης δεν επηρεάζεται επουδενί από την αξία ή τον προορισμό του μεταφραζόμενου έργου (μετάφραση άρλεκιν, ποίησης, κ. ο. κ). Επίσης, το κριτήριο της πρωτοτυπίας που θέτει ο νόμος δεν εξαρτάται από οποιοδήποτε ποσοτικό κριτήριο σχετικά με την έκταση του έργου [11]. Πάντως, η προστασία της μετάφρασης ενός τίτλου ή μίας μεμονωμένης λέξης παραμένει οριακή, διότι το κείμενο της μετάφρασης θα πρέπει να έχει την έκταση εκείνη που απαιτείται για να αναπτυχθεί το δημιουργικό ύψος και η μοναδικότητά του [12]. Είναι πολύ δύσκολο, όχι βέβαια και αδύνατο, να υπάρχει πρωτοτυπία σε μεμονωμένες λέξεις ή σε πολύ μικρούς συνδυασμούς λέξεων, δεδομένου ότι το έδαφος για να αναπτυχθεί πρωτοτυπία και να αποτυπωθεί στον τίτλο η προσωπικότητα του μεταφραστή, είναι περιορισμένο.

 

β) Ποιος προστατεύεται;
 

Υποκείμενο προστασίας από την πνευματική ιδιοκτησία και αρχικός δικαιούχος των σχετικών δικαιωμάτων που θα δούμε παρακάτω είναι πάντοτε ο δημιουργός της μετάφρασης, δηλαδή ο μεταφραστής (άρ. 6 παρ. 1).

 

Εφόσον η μετάφραση είναι έργο συνεργασίας, δηλαδή προϊόν άμεσης σύμπραξης δύο ή περισσότερων δημιουργών (για παράδειγμα, η εξ ημισείας μετάφραση ενός λογοτεχνικού έργου), τότε όλοι οι συνδημιουργοί είναι οι αρχικοί συνδικαιούχοι κατά ίσα μέρη, εφόσον δεν συμφωνήθηκε αλλιώς μεταξύ τους (άρ. 7 παρ. 1).

 

γ) Πώς προστατεύεται;

 

Η πνευματική ιδιοκτησία του μεταφραστή επί της μετάφρασης αποκτάται με τη δημιουργία της μετάφρασης, αυτοδικαίως και χωρίς την τήρηση διατυπώσεων (δηλ. την κατάθεση//υποβολή κλπ. σε δημόσια αρχή ή αλλού) (άρ. 1 παρ. 1 και 6 παρ. 2).

 

Ως δημιουργός τεκμαίρεται το φυσικό πρόσωπο το όνομα του οποίου εμφανίζεται επί του υλικού φορέα του έργου κατά τον τρόπο που συνήθως χρησιμοποιείται στις συναλλαγές για την ένδειξη του δημιουργού (άρ. 10 παρ. 1) [13].

 

δ) Τι περιλαμβάνει η προστασία;

 

Ο μεταφραστής, με τη δημιουργία πρωτότυπης μετάφρασης, σύμφωνα με όσα είπαμε πιο πάνω, αποκτά αυτοδικαίως, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, το δικαίωμα της εκμετάλλευσης της μετάφρασης (περιουσιακό δικαίωμα) και το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού του δεσμού προς αυτήν (ηθικό δικαίωμα).

Έτσι, ο μεταφραστής αποκτά όλες τις εξουσίες που απορρέουν από το περιουσιακό και το ηθικό δικαίωμα [14], δηλαδή:

 

Το περιουσιακό δικαίωμα επί της μετάφρασης δίνει το δικαίωμα στο μεταφραστή να επιτρέπει ή να απαγορεύει, ιδίως:

 

-       την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει (ψηφιοποίηση, φωτοτύπηση κλπ). Έχει κριθεί για παράδειγμα ότι υφίσταται προσβολή της πνευματικής ιδιοκτησίας του μεταφραστή όταν αντιγράφεται αυτούσιο όλο το κείμενο της μετάφρασης ενώ είχε δοθεί άδεια χρήσης μόνο μέρους αυτής (ΠΠρΑθ 1322/1997, ΝοΒ, σελ. 285).

 

-       τη διανομή στο κοινό με οποιαδήποτε μορφή μέσω πώλησης ή με άλλους τρόπους

 

-       την εκμίσθωση και δημόσιο δανεισμό, όσον αφορά το πρωτότυπο ή τα αντίτυπα των έργων τους.

 

-       τη δημόσια εκτέλεση και παρουσίαση στο κοινό (π.χ. απαγγελία μίας μεταφρασμένης ποίησης, «ανέβασμα» μεταφρασμένου θεατρικού έργου).

 

Το ηθικό δικαίωμα αφορά ιδίως:

 

-       την εξουσία δημοσίευσης: να αποφασίζει για το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο κατά τους οποίους η μετάφραση θα γίνει προσιτή στο κοινό.

 

-       την εξουσία πατρότητας (αναφορά του μεταφραστή ως δημιουργού)

 

-       την εξουσία διατήρησης ακεραιότητας της μετάφρασης: απαγόρευση κάθε παραμόρφωσης, περικοπής ή άλλης τροποποίησης του έργου του, καθώς και κάθε προσβολής του δημιουργού οφειλόμενης στις συνθήκες παρουσίασης του έργου στο κοινό

 

-       την υπό προϋποθέσεις υπαναχώρηση από συμβάσεις μεταβίβασης του περιουσιακού δικαιώματος ή εκμετάλλευσής του ή άδειας εκμετάλλευσής του εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία της προσωπικότητάς του εξαιτίας μεταβολής στις πεποιθήσεις του ή στις περιστάσεις

 

Επίσης, οι μεταφραστές δικαιούνται εύλογη αμοιβή ως αντιστάθμισα για την ελεύθερη ιδιωτική αναπαραγωγή, εφόσον γίνουν μέλη του αρμόδιου ΟΣΔ (ΟΣΔΕΛ) (18 παρ. 3).

 

Μία ιδιαιτερότητα της προστασίας μεταφρασμάτων από πνευματική ιδιοκτησία: Η μετάφραση ως παράγωγο έργο και η σύνδεση με το αρχικό (μεταφρασμένο) έργο.

 

Η μετάφραση αποτελεί παράγωγο έργο διότι εκκινεί από ένα προϋφιστάμενο έργο και συνιστά μετατροπή/διασκευή αυτού σε μία άλλη γλώσσα.

 

Το περιουσιακό και ηθικό δικαίωμα του μεταφραστή αφορούν ακριβώς το παράγωγο έργο, δηλαδή τη μετάφραση καθ’ εαυτή και όχι το αρχικό μεταφραζόμενο έργο, το οποίο διατηρεί την αυτοτέλειά του και του οποίου το νομικό καθεστώς παραμένει αυτόνομο (άρ. 2 παρ. 2 εδ. β’) [15].

 

Συνεπώς στο μεταφρασμένο έργο εμπεριέχονται δύο «στρώματα» δικαιωμάτων τα οποία συνυπάρχουν και συμπλέκονται το ένα με το άλλο: τα δικαιώματα του δημιουργού του αρχικού έργου (εφόσον αυτό προστατεύεται) και τα δικαιώματα του μεταφραστή επί του παράγωγου έργου, δηλαδή της μετάφρασης.

 

Αυτό σημαίνει ότι για την οικονομική εκμετάλλευση της μετάφρασης από έναν τρίτο (πχ. εκδότη), απαιτείται και άδεια (ή απόκτηση δικαιωμάτων) τόσο από τον δικαιούχο πνευματικής ιδιοκτησίας επί του αρχικού έργου όσο και από τον μεταφραστή [16]. Ομοίως, για μία αυτοέκδοση από τον ίδιο το μεταφραστή μετάφρασης ενός έργου τρίτου, απαιτείται άδεια (μετάφρασης και έκδοσης) από τον δικαιούχο του αρχικού έργου. Δεν απαιτείται άδεια από το δημιουργό του αρχικού έργου εφόσον η μετάφραση πραγματοποιείται για ιδιωτική χρήση (πχ. εξάσκηση) ή εφόσον το μεταφραζόμενο έργο δεν προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (π.χ. Αρχαίοι συγγραφείς) [17].

 

Διάρκεια προστασίας

Η διάρκεια προστασίας της μετάφρασης από πνευματική ιδιοκτησία (περιουσιακές και ηθικές εξουσίες) εκτείνεται όσο η ζωή του δημιουργού-μεταφραστή και εβδομήντα (70) χρόνια μετά το θάνατό του (άρθρο 29 παρ. 1), ανεξάρτητα από τη διάρκεια προστασίας του αρχικού έργου.

 

Ένδικα μέσα προστασίας-"Πειρατεία"

 

Ο μεταφραστής απολαμβάνει τα μέτρα προστασίας που προβλέπει ο Ν. 2121/1993 στα άρθρα 59 επ. και τα οποία του επιτρέπουν να στραφεί εναντίον όποιου παραβιάζει τις αποκλειστικές εξουσίες που απολαμβάνει επί της δημιουργίας του.

 

Ο μεταφραστής δύναται να κάνει χρήση των ένδικων μέσων που προβλέπει ο νόμος αξιώνοντας αστικές και ποινικές κυρώσεις του προσβολέα σε περίπτωση μη αδειοδοτημένης χρήσης και εκμετάλλευσης της μετάφρασης.

 

Η σύμπραξη ή συναίνεση του δημιουργού του αρχικού έργου για τη δικαστική επιβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας του μεταφραστή δεν είναι απαραίτητη [18], δεδομένου ότι η ζητούμενη προστασία θα αφορά αποκλειστικά το παράγωγο έργο της μετάφρασης.

 

ΙΙΙ. Η εκμετάλλευση της μετάφρασης: Το δίκαιο συμβάσεων του μεταφραστή Θεωρία και Πράξη

 

Τα πνευματικά δικαιώματα του μεταφραστή επί μίας πρωτότυπης μετάφρασης αποτελούν κεφάλαιο διανοητικό. Ως τέτοιο, είναι δεκτικό οικονομικής εκμετάλλευσης.

 

Τις πιο πολλές φορές, η εκμετάλλευση των πνευματικών δικαιωμάτων γίνεται μέσω της υπογραφής συμβάσεων μεταξύ του μεταφραστή και τρίτων (εργοδότη, παραγγελιοδότη, εκδότη). Το περιεχόμενο των συμβάσεων αυτών καθορίζεται κατ’ αρχήν ελεύθερα από τα μέρη, με την επιφύλαξη ιδίως των ειδικών διατάξεων οι οποίες αποτελούν το λεγόμενο συμβατικό δίκαιο του μεταφραστή.

 

Η συμβατική εκμετάλλευση των πνευματικών δικαιωμάτων του μεταφραστή αφορά κατά βάση τα περιουσιακά δικαιώματα. Συχνά όμως αγγίζει και τις εξουσίες του ηθικού δικαιώματος (για παράδειγμα συχνά συνομολογείται περιορισμός του ηθικού δικαιώματος του μεταφραστή για την ακεραιότητα του έργου του όταν ο εκδότης αποκτά το δικαίωμα να προβαίνει σε τροποποιήσεις λεκτικές, συντακτικές ή άλλης φύσεως στη μετάφραση).

 

Ας εξετάσουμε τώρα τις ακόλουθες βασικές μορφές που δύναται να λάβει η συμβατική εκμετάλλευση των πνευματικών δικαιωμάτων του μεταφραστή:

 

1)  Μισθωτός μεταφραστής

 

Στην περίπτωση κατά την οποία ο μεταφραστής πραγματοποιεί μεταφράσεις για έναν εργοδότη στα πλαίσια σύμβασης εξαρτημένης εργασίας (μισθωτός μεταφραστής), αρχικός δικαιούχος των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί των (πρωτότυπων) μεταφράσεων είναι ο δημιουργός-μεταφραστής. Εντούτοις, αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, στον εργοδότη μεταβιβάζονται αυτοδικαίως εκείνες οι εξουσίες από το περιουσιακό δικαίωμα, που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση του σκοπού της σύμβασης (άρθρο 8).

 

Στην πράξη, η σύμβαση εργασίας θα προβλέπει πλήρη και απεριόριστη μεταβίβαση πνευματικών δικαιωμάτων επί των μεταφράσεων που δημιουργεί ο μισθωτός μεταφραστής.

 

Ο δε μισθός του μεταφραστή συμπεριλαμβάνει και την αμοιβή για την εν λόγω μεταβίβαση των πνευματικών δικαιωμάτων (βλ και άρθρο 32 παρ. 2).

 

2)  Σύμβαση Παραγγελίας μετάφρασης

 

Η δημιουργία μίας μετάφρασης συχνά λαμβάνει χώρα στα πλαίσια μιας παραγγελίας/ανάθεσης έργου από κάποιον τρίτο προς το μεταφραστή. Παράδειγμα μίας τέτοιας περίπτωσης είναι η ανάθεση μετάφρασης του περιεχομένου μίας ιστοσελίδας ή η μετάφραση μίας επιστολής.

 

Σε μία τέτοια περίπτωση, ο μεταφραστής θα συνδέεται με τον εργοδότη με σύμβαση παραγγελίας, η οποία συνήθως αντιστοιχεί σε σύμβαση έργου ή εντολής. Βάσει αυτής, ο μεταφραστής θα υποχρεούται να εκπονήσει/παραδώσει το συμφωνημένο έργο (δηλαδή τη μετάφραση) στο συμφωνημένο χρόνο και με τη συμφωνημένη αμοιβή.

 

Στα πλαίσια σύμβασης παραγγελίας μετάφρασης, ο μεταφραστής παραμένει ελεύθερος δημιουργός και εργάζεται αυτόνομα, δεν υπάγεται δηλαδή σε καθεστώς νομικής εξάρτησης από τον εργοδότη, όπως στην περίπτωση του μισθωτού μεταφραστή που εξετάσαμε πιο πριν. Συνεπώς, ο μεταφραστής παραμένει ο αρχικός δικαιούχος των πνευματικών δικαιωμάτων επί της πρωτότυπης μετάφρασης. Δεν υφίσταται αυτοδίκαιη μεταβίβαση ή παραχώρησης άδειας χρήσης των πνευματικών δικαιωμάτων επί της παραγγελθείσας μετάφρασης, διότι απουσιάζει η σχέση εξαρτημένης εργασίας. Ο μεταφραστής δεν είναι μισθωτός, αλλά ελεύθερος επαγγελματίας.

 

Ομοίως, η μεταβίβαση του υλικού φορέα της μετάφρασης, πχ. αποστολή αρχείου ή εντύπου με τη μετάφραση δεν συνεπιφέρει και μεταβίβαση των πνευματικών δικαιωμάτων επ’ αυτής, παρά μόνο εάν αυτό έχει ρητά συμφωνηθεί (άρθρο 17).

 

Τα ανωτέρω έχουν ως συνέπεια ότι:

 

1.   Η συμφωνία για τη δημιουργία και παράδοση της παραγγελθείσας μετάφρασης δε συνεπάγεται αυτομάτως και μεταβίβαση των πνευματικών δικαιωμάτων επί της μετάφρασης στον παραγγέλοντα. Αντίθετα, στη σύμβαση παραγγελίας απαιτείται κατ’ αρχήν ρητή πρόβλεψη για μεταβίβαση ή παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης (τόπος, χρόνος, έκταση κλπ) η οποία μάλιστα θα πρέπει να γίνεται εγγράφως.

 

2.Η αμοιβή για την μεταβίβαση ή παραχώρηση χρήσης πνευματικών δικαιωμάτων στα πλαίσια μίας σύμβασης παραγγελίας διαχωρίζεται κατ’ αρχήν από την αμοιβή για την εκπόνηση της μετάφρασης (η οποία αντιστοιχεί στην αντιπαροχή στα πλαίσια σύμβασης έργου) και διέπεται από τις ειδικές προστατευτικές διατάξεις του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας για την αμοιβή του δημιουργού: Έτσι, η εν λόγω αμοιβή θα πρέπει να συμφωνείται κατ’ αρχήν και επί ποινή ακυρότητας της σύμβασης σε ορισμένο ποσοστό επί του προϊόντος που προκύπτει από την εκμετάλλευσης της μετάφρασης, το ύψος του οποίου καθορίζεται ελεύθερα μεταξύ των μερών. Κατ’ εξαίρεση, η αμοιβή μπορεί να υπολογίζεται σε ορισμένο κατ’ αποκοπή ποσό, στις περιπτώσεις που εξαντλητικά απαριθμεί ο νόμος (άρθρο 32 παρ. 1). Η κατ’ αποκοπή αμοιβή πάντως είναι συνηθέστερη σε περίπτωση παραγγελίας μετάφρασης, δεδομένου ότι συνήθως η βάση υπολογισμού της ποσοστιαίας αμοιβής είναι πρακτικά αδύνατο να προσδιοριστεί. Η αμοιβή αυτή δύναται να αντιστοιχεί σε εφάπαξ χρηματική καταβολή ή σε ορισμένο ποσό ανά αριθμό σελίδων, φύλλων ή λέξεων.

 

3)  Σύμβαση Έντυπης Μετάφρασης

 

Αρκετά συνήθης είναι και η σύμβαση έντυπης μετάφρασης, η σύμβαση δηλαδή που συνδέει κατά κανόνα έναν ανεξάρτητο επαγγελματία μεταφραστή και όχι μισθωτό μεταφραστή [19] με τον εκδότη έντυπης έκδοσης, δια μέσω της οποίας επιδιώκεται η μετάφραση και έκδοση ενός έργου λόγου (δοκίμιο, μυθιστόρημα, επιστημονικό έργο κλπ.) σε έντυπη μορφή. Βάσει της σύμβασης αυτής, ο μεταφραστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταφράσει το πρωτότυπο έργο λόγου και να μεταβιβάσει στον εκδότη (τουλάχιστον) τις αναγκαίες για την έκδοση του μεταφρασμένου έργου περιουσιακές εξουσίες (αναπαραγωγή και διανομή ιδίως). Δεν είναι απίθανο δε να προβλέπεται ρήτρα αποκλειστικότητας παροχής υπηρεσιών από το μεταφραστή προς τον συγκεκριμένο εκδότη.

 

Σύμφωνα με τις ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στο νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας υπέρ του μεταφραστή:

 

        α) Η αμοιβή που οφείλει να καταβάλει ο εκδότης έντυπης έκδοσης στο μεταφραστή ενός έργου για τη μετάφραση, την αναπαραγωγή και διανομή του έργου συμφωνείται σε ορισμένο ποσοστό επί της τιμής λιανικής πώλησης όλων των πωλούμενων αντιτύπων. Το ύψος του ποσοστού αυτού θα καθορίζεται από τα μέρη ελεύθερα (33 παρ. 6). Η ρύθμιση αυτή δεν δύναται να παρακαμφθεί με συμφωνία των μερών η οποία εμπεριέχει επαχθέστερη για το δημιουργό ρύθμιση, επί ποινή ακυρότητας του συγκεκριμένου όρου (άρθρο 39).

 

        Κατ’ εξαίρεση μόνο, μπορεί να συμφωνηθεί έγκυρα κατ’ αποκοπήν ποσό σε ορισμένες περιπτώσεις που ορίζει ρητά ο νόμος (αρ. 33 παρ. 6 και 2) όπως μετάφραση σχολικού βιβλίου ή βοηθήματος, λευκώματος, μη λογοτεχνικού εικονογραφημένου παιδικού βιβλίου, προλόγου, ημερολογίου και άλλων.

 

        β) To όνομα του μεταφραστή θα πρέπει να αναφέρεται υποχρεωτικά και με εμφανή τρόπο στη σελίδα του κύριου τίτλου του βιβλίου. Μετά από συμφωνία με τον εκδότη, το όνομα του μεταφραστή μπορεί να αναφέρεται και στο εξώφυλλο του βιβλίου (άρ. 33 παρ. 7).

 

Περαιτέρω, κατ’ εφαρμογήν ειδικής διάταξης νόμου (άρ. 33 παρ.6 και 5), προς εξυπηρέτηση του ελέγχου του αριθμού των πωλούμενων βιβλίων, θα πρέπει όλα τα αντίτυπα του μεταφρασμένου έργου να φέρουν την υπογραφή του μεταφραστή, εκτός αν συμφωνηθεί άλλος τρόπος ελέγχου) [20].

 

 

4) Αμοιβή μεταφραστή για ανέβασμα «θεατρικής παράστασης».

 

Για το νόμιμο ανέβασμα θεατρικής παράστασης βασισμένης σε μεταφρασμένο θεατρικό έργο, μεταξύ άλλων απαιτείται η λήψη άδειας από το μεταφραστή του εν λόγω έργου.

 

Ο νόμος με ειδική σχετική διάταξη, προβλέπει ποσοστιαία αμοιβή υπέρ του μεταφραστή για την παραχώρηση άδειας για πραγματοποίηση θεατρική παράστασης που στηρίζεται στο μεταφρασμένο έργο. Η αμοιβή αυτή υπολογίζεται επί των ακαθάριστων εισπράξεων μετά την αφαίρεση του φόρου δημοσίων θεαμάτων και καταβάλλεται από τον διοργανωτή της θεατρικής παράστασης. Η ποσοστιαία αμοιβή του μεταφραστή καθορίζεται τουλάχιστον σε 22% για τα κρατικά θέατρα, 10% για τα ιδιωτικά θέατρα για παραστάσεις μεταφρασμένων κλασσικών, αρχαίων ή νεώτερων έργων και 5% για μεταφρασμένα έργα σύγχρονου διεθνούς ρεπερτορίου (άρθρο 36 παρ. 1 και 2).

 

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μεταφραστές στην πράξη.

 

Στην πράξη, η εκμετάλλευση των πνευματικών δικαιωμάτων των μεταφραστών παρουσιάζει δυσκολίες, σε τέτοιο βαθμό ορισμένες φορές που ίσως είναι πιο δόκιμο να μιλάμε για εκμετάλλευση των μεταφραστών και όχι των μεταφράσεων.

 

Αυτό συμβαίνει κατά τη γνώμη μου για δύο λόγους:

 

1)  Οι μεταφραστές δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους

 

Τις πιο πολλές φορές, oι μεταφραστές δεν γνωρίζουν πλήρως ή αγνοούν το καθεστώς προστασίας της εκάστοτε δημιουργίας τους και τα δικαιώματα που τους παρέχει ο νόμος για τη συμβατική εκμετάλλευση των μεταφράσεων. Έτσι, ειδικά στις περιπτώσεις παραγγελίας μεταφράσεων δεν υπάρχουν πάντα έγγραφες συμφωνίες που να ρυθμίζουν το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων, πολλώ δε μάλλον δεν ορίζεται ή δεν λαμβάνεται υπόψη αμοιβή για τη μεταβίβαση/παραχώρησης χρήσης δικαιωμάτων παρά μόνο η αμοιβή για την εκπόνηση της μετάφρασης.

 

2)  Οι μεταφραστές είναι το αδύναμο μέρος των συμβάσεων.

 

Τις πιο πολλές φορές, ο μεταφραστής είναι συνήθως το αδύναμο μέρος της συμφωνίας και αναγκάζεται να αποδέχεται τους επιβαλλόμενους όρους από μέρους του ισχυρότερου αντισυμβαλλόμενου (ιδίως στις εκδοτικές συμβάσεις μετάφρασης-take it or leave it). Ως εκ τούτου, οι συμβάσεις συνήθως εμπεριέχουν ρήτρες υπέρμετρης δέσμευσης, με τις οποίες μεταβιβάζεται συνήθως το σύνολο των περιουσιακών εξουσιών τους επί της μετάφρασης για όλη τη διάρκεια προστασίας. Εξάλλου, στις συμβάσεις έντυπης μετάφρασης, ο μεταφραστής συνήθως μεταβιβάζει και άλλες εξουσίες πέραν των αναγκαίων για την έκδοση (εξουσία αναπαραγωγής και διανομής κατά βάση) (περιπτώσεις περαιτέρω χρήσης της μετάφρασης, δηλαδή διασκευών πχ. μεταφορά σε σενάριο, θεατρικό έργο κλπ.) Με τον τρόπο αυτό, ο μεταφραστής αποξενώνεται από το έργο του. [βλ. για παράδειγμα ρήτρα σε συμφωνητικό έντυπης μετάφρασης: «Ο μεταφραστής εκχωρεί στον εκδότη τα δικαιώματα της πνευματικής του ιδιοκτησίας και της μετάφρασης για όλο το νόμιμο χρόνο της προστασίας τους»]

 

Επίσης, ορισμένες φορές οι προτεινόμενες από τον αντισυμβαλλόμενο ρήτρες που σχετίζονται με την αμοιβή για τα πνευματικά δικαιώματα είτε δεν είναι σύμφωνες με τις προστατευτικές διατάξεις που προβλέπει ο νόμος υπέρ των μεταφραστών, πχ. δεν προβλέπεται ποσοστιαία αμοιβή υπέρ του μεταφραστή,

 

είτε

 

είναι τυπικά νόμιμες, προβλέποντας συχνά ένα ευτελές ποσοστό (πχ. 0,001% επί της λιανικής τιμής) το οποίο εξαντλείται με κατ’ αποκοπή καταβολή ενός ποσού ως έναντι της διαρκούς καταβολής ποσοστών. Μία τέτοια πρακτική δύναται να είναι επιβλαβής για τα συμφέροντα του μεταφραστή, ιδίως σε περιπτώσεις έργων που παρουσιάζουν σημαντική εμπορική επιτυχία.

 

 

IV. Αντί Επιλόγου: Προτάσεις για αναβάθμιση του μεταφραστικού επαγγέλματος:

 

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μεταφραστές στην πράξη αναφορικά με την προστασία των πνευματικών τους δικαιωμάτων θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με:

  • Εμπεριστατωμένη ενημέρωση για θέματα μετάφρασης και πνευματικών δικαιωμάτων (όπως γίνεται στην παρούσα εκδήλωση) στα πλαίσια ημερίδων ή άλλων εκδηλώσεων.
  • Ένταξη της θεματικής στο πρόγραμμα σπουδών των μεταφραστικών σχολών. Απόφοιτοι του τμήματος Ξένων γλωσσών μετάφρασης και διερμηνείας με διαβεβαίωσαν ότι δεν έχουν διδαχθεί ποτέ κάτι τέτοιο.
  • Αναζήτηση νομικής συμβουλής από εξειδικευμένο νομικό σύμβουλο στα πλαίσια της εξάσκησης του επαγγέλματος του μεταφραστή.
  • Ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των μεταφραστών μέσω συλλογικής διαπραγμάτευσης μεταξύ των αρμόδιων επαγγελματικών ενώσεων μεταφραστών και των εκδοτών ή άλλων αντισυμβαλλομένων.
  • Η εν λόγω διαπραγμάτευση θα μπορούσε να αποβλέπει στη δημιουργία αμοιβαία αποδεκτών πρότυπων συμβάσεων, υποδειγμάτων μετάφρασης τα οποία θα προασπίζουν τα συμφέροντα των μεταφραστών.

 

Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.

 

 

_______________

 

Yποσημειώσεις:

 

[1] Βλ. Α. Δεσποτίδου, «Άρθρο 33» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την Πνευματική Ιδιοκτησία. Κατ’ άρθρον ερμηνεία του Ν. 2121/1993, αρ. 39, σελ. 669.

 

[2] Βλ. Α. Δεσποτίδου, «Άρθρο 33» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την Πνευματική Ιδιοκτησία. Κατ’ άρθρον ερμηνεία του Ν. 2121/1993, αρ. 39, σελ. 669.

 

[3] Π. Κοριατοπούλου, Χ. Τσίγγου, Πνευματική Ιδιοκτησία. Λημματογραφημένη ερμηνεία, Νομική Βιβλιοθήκη, 2008, λήμμα: «Μετάφραση», σελ. 314. Για πληρέστερη ανάλυση βλ. Σ. Σταυρίδου, «Η μετάφραση κατά το νέο δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας (ν. 2121/1993), ΕλλΔνη, 1994, σελ. 1000 επ. και ιδίως σελ. 1001-1002.

 

[4] Βλ. για παράδειγμα ΠΠρΑθ. 525/2013, αδημ. Με ελαφρώς παραλλαγμένη διατύπωση βλ. ΑΠ (ποιν) 2330/2007, Ποιν.Χρ., 2008, σελ. 2, σύμφωνα με την οποία «κάτω από όμοιες συνθήκες και με όμοιους στόχους κανένας άλλος δεν θα δημιουργούσε ένα όμοιο έργο».

 

[5] Bλ. ΕφΑθ 7909/2002, ΔΕΕ, σελ. 298, σημ. Ν. Κυπρούλη

 

[6] Στο σημείο αυτό δύναται να επισημανθεί πως η ατομική ιδιομορφία του έργου πηγάζει από την ατομικότητα του δημιουργού η οποία αντικατοπτρίζεται στο έργο. Για το λόγο αυτό, έχει επισημανθεί στη νομολογία πως η πρωτοτυπία αναφέρεται στα στοιχεία που συνδέουν το έργο με την προσωπικότητα του δημιουργού, βλ. ΜΠρΓιαν. 451/2009, Αρμενόπουλος, 2010, σελ. 1152 επ.

 

[7] Σημειώνεται πως «χωρίς να απαιτείται το έργο να είναι «νέο» σε σχέση με τα προϋπάρχοντα, ωστόσο θεωρητικά γίνεται μία σύγκριση σε σχέση με αυτά που ήδη υπάρχουν ή εκείνα που ενδέχεται να δημιουργηθούν στο μέλλον», Ε. Σταματούδη, «Άρθρο 2» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την πνευματική ιδιοκτησία-Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδ. Σάκκουλας, 2009, αρ. 30, σελ. 33.

 

[8] Βλ. ιδίως ΑΠ 267/1995, ΝοΒ 1995, σελ. 893 αλλά και τις αποφάσεις σε Ε. Σταματούδη, «Άρθρο 2» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την πνευματική ιδιοκτησία-Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδ. Σάκκουλας, 2009, αρ. 30-31, σελ. 32 επ. Πιο πρόσφατα, βλ. ΕφΑθ 2724/2012, ΔΕΕ 2012, σελ. 1129, σημ. Χαρ. Αποστολόπουλου· ΠΠρΑθ. 525/2013, αδημ.

 

[9] Έτσι, Π. Κοριατοπούλου, Χ. Τσίγγου, ό.π., σελ. 314.  

 

[10] Σταυρίδου, ό.π., σελ. 1000 και υποσ. υπ’ αριθμ. 7.

 

[11] Έτσι Σταματούδη Ε., ό.π., αρ. 34, σελ. 35 επ. Πρβλ. όμως από τη σκοπιά του αμερικάνικου δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας, Hughes J., «Size matters (or should) in copyright law», Fordham Law Review, Vol. 74, 2005, p. 575 επ.

 

[12] Βλ. ιδίως ΠΠρΑθ 7147/2000, ΑρχΝ 2003,671 επ., σημ. Χ. Νικολαϊδη: «Μια λέξη ή μια νότα δεν μπορούν να θεωρηθούν ως έργο ενώ σε πολύ μικρούς συνδυασμούς λέξεων ή ήχων είναι δύσκολο να υπάρχει πρωτοτυπία και νοηματικό ή αισθητικό περιεχόμενο. Αν όμως υπάρχει τότε πρόκειται για έργο που προστατεύεται.» Πρβλ. Θ. Χίου, Όνομα καλλιτεχνικού σχήματος: Σκέψεις γύρω από ένα άυλο αγαθό άξιο προστασίας από το Δίκαιο διανοητικής διοκτησίας, ΔιΜΕΕ, 1/2014, σελ. 35 επ. και ιδίως § 9 επ.

 

[13] Κοριατοπούλου & Τσίγκου, ό.π., σελ. 314.

 

[14] Έτσι Κοριατοπούλου & Τσίγκου, ό. π., σελ. 315.

 

[15] Βλ. Σταυρίδου, ό. π., σελ. 1004: «Καθώς όμως το έργο […] είναι παράγωγο, αυτά τα δικαιώματα συνυπάρχουν και συμπλέκονται με τα περιουσιακά και ηθικά δικαιώματα του αρχικού δημιουργού, τα οποία παραμένουν ακέραια και λειτουργούν παράλληλα».

 

[16] Κοριατοπούλου & Τσίγκου, ό. π., σελ. 314-315∙ Βλ. Α. Δεσποτίδου, «Άρθρο 33» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη (επιμ.), Νόμος για την Πνευματική Ιδιοκτησία. Κατ’ άρθρον ερμηνεία του Ν. 2121/1993, αρ. 40, σελ. 670.

 

[17] Σταυρίδου, ό.π., σελ. 1005: «Στον αρχικό δημιουργό παραμένει το δικαίωμα απαγόρευσης ή παραχώρησης άδειας μετάφρασης του έργου του και δεν εννοείται βέβαια η ελεύθερη δραστηριότητα του ανθρώπου αλλά το μεταφρασμένο έργο ως αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης.»

 

[18] Κοριατοπούλου & Τσίγκου, ό. π., σελ. 315.

 

[19] Α. Δεσποτίδου, «άρθρο 33» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη, Νόμος για την Πνευματική Ιδιοκτησία. Κατ’ άρθρον ερμηνεία του Ν. 2121/1993, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2009, αρ. 43, σελ. 671.

 

[20] Α. Δεσποτίδου, «άρθρο 33» σε Λ. Κοτσίρης, Ε. Σταματούδη, Νόμος για την Πνευματική Ιδιοκτησία. Κατ’ άρθρον ερμηνεία του Ν. 2121/1993, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2009, αρ. 45, σελ. 672.